Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2011

Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη - τόσο το χειρότερο γι αυτούς! (Μέρος Δεύτερο)


Μετά από πολύ καιρό, σχεδόν 11 μήνες, ξανά εδώ. Στην πιο κρίσιμη στιγμή. Στη στιγμή που το "μαύρο μέτωπο" της αστικής τάξης σε ΗΠΑ-ΕΕ και Ελλάδα προχωρά στη λύση της "κοινοβουλευτικής χούντας" με τον πομπώδικο τίτλο της "κυβέρνησης εθνικής ενότητας" για να τσακίσει ολοκληρωτικά το λαϊκό παράγοντα, να τον βάλει για δεκαετίες στο περιθώριο των εξελίξεων, στη γωνία. Είμαστε πάλι εδώ για να ξαναπιάσουμε το νήμα και να συμβάλλουμε όσο μπορούμε στη διαμόρφωση των αντιστάσεων και της αντεπίθεσης που τόσο έχει ανάγκη η εργατική τάξη, ο λαός, η ίδια η πολύπαθη χώρα μας...

Στη δίνη των αντιθέσεων για το ξαναμοίρασμα του κόσμου

Φυσικά, δεν είναι κανένα νέο το να ισχυριστεί κανείς ότι το "ελληνικό πρόβλημα" είναι, στην πραγματικότητα, ελάχιστα ελληνικό. Ότι στον πυρήνα του είναι η κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων που αγκαλιάζει στη δίνη της σχεδόν συγχρονισμένα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα και το σύνολο του καπιταλιστικού κόσμου. Όλα αυτά είναι γνωστά και άλλωστε έχουμε αναφερθεί σχετικά και σε παλιότερες δημοσιεύσεις. Όπως γνωστή είναι και η διαπίστωση (που όμως έχει μεγάλη σημασία) ότι η όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές και τις συμμαχίες και αντισυμμαχίες τους βαθαίνει με ολοένα και μεγαλύτερη ταχύτητα, φέρνοντας μέρα με την ημέρα την απαίσια προοπτική του ιμπεριαλιστικού πολέμου (ή των ιμπεριαλιστικών πολέμων, αν θέλετε) στο προσκήνιο. ΗΠΑ και Μ. Βρετανία από τη μια, Κίνα και Ρωσία από την άλλη και στη μέση η Γερμανία και η Γαλλία (μαζί και χώρια) παίρνουν "θέση", καθημερινά, στη σκακιέρα της παγκόσμιας ηγεμονίας. Μιας και ο πόλεμος που έρχεται (όπως και κάθε πόλεμος) είναι απλά η "συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα", δε θα μπορέσει κανείς να καταλάβει την ουσία και το περιεχόμενο των εξελίξεων στη χώρα και διεθνώς, αν δεν αναλύσει αυτήν ακριβώς την πολιτική.

Είναι φανερό ότι μια ζώνη αντιθέσεων έχει να κάνει με τον "νομισματικό πόλεμο", την αντιπαράθεση για το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Δολλάριο, ευρώ ή κάτι άλλο; 67 χρόνια μετά τη συμφωνία του Μπρέτον-Γουντς που αποτύπωσε στο επίπεδο των συναλλαγματικών ισοτιμιών την κυριαρχία του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού (κυριαρχία που βασίστηκε στη δυναμική του new deal και στη στρατιωτική ισχύ μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο) και 40 σχεδόν χρόνια μετά την κατάργησή της από τον Νίξον, στο φόντο της πετρελαϊκής κρίσης και των πληθωριστικών πιέσεων λόγω πολέμου Βιετνάμ και της εσωτερικής "επεκτατικής" δημοσιονομικής του πολιτικής, το "παιχνίδι" για το "παγκόσμιο νόμισμα" παίζεται για τα καλά. Χάρη στο ισχυρό ευρώ (κι όχι μόνο), ο Γερμανικός ιμπεριαλισμός πέτυχε μια τόσο θεαματική βελτίωση των εξαγωγικών του επιδόσεων που τον έχει φέρει σήμερα σε σημείο να "απαιτεί" τον ουσιαστικό επανακαθορισμό της θέσης του στα πλαίσια της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας. Η ραγδαία άνοδος της οικονομικής του ισχύος τον οδηγεί στο να απαιτεί και την πολιτική αποτύπωση της ανόδου αυτής στο χάρτη των σφαιρών επιροής, στη μοιρασιά της λείας των εξαρτημένων και καταπιεσμένων εθνών. Στην απαίτησή του αυτή, είναι αναπόφευκτο να έρχεται σε σύγκρουση με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό (που μπήκε πρώτος, στις αρχές της δεκαετίας του '90, στη φάση της κρίσης υπερσυσσώρευσης) και δευτερευόντως το βρετανικό, αλλά και με τις ανερχόμενες δυνάμεις, τη νεοκαπιταλιστική Ρωσία (που έπαιξε και παίζει μια χαρά το "ενεργειακό χαρτί" της), τη "σοσιαλκαπιταλιστική" Κίνα (με το πλεονέκτημα της υπερπροσφοράς πάμφθηνης εργατικής δύναμης), αλλά και την ως τώρα συνέταιρο στα πλαίσια της ΕΕ, Γαλλία. Στη βάση της ανισομετρίας που χαρακτηρίζει την ανάπτυξη των οικονομιών των ιμπεριαλιστικών κέντρων (και γενικότερα των καπιταλιστικών οικονομιών), έχει πια συντελεστεί δραματική αλλαγή στο συσχετισμό της οικονομικής ισχύος, γεγονός που καθιστά την αναγκαιότητα για "ξαναμοίρασμα" του κόσμου και των σφαιρών επιροής, αναπόδραστη.

Στην αναγκαιότητα αυτή θα πρέπει να προσμετρηθεί και η επιταχυντική επίδραση της συγχρονισμένης εκδήλωσης της καπιταλιστικής κρίσης. Το βασικό στην κρίση υπερσυσσώρευσης, πέραν από την - εντελώς φυσική για το μονοπωλιακό κεφάλαιο όλων των χωρών - επιδίωξη απαξίωσης μεγάλου μέρους των παραγωγικών δυνάμεων και πριν απ'όλα της ζωντανής εργατικής δύναμης, πέραν της προσπάθειας εξεύρεσης νέων πεδίων κερδοφόρας τοποθέτησης για τα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια, είναι οπωσδήποτε η ανάγκη καταστροφής και υποτίμησης ενός μέρους των κεφαλαίων αυτών, ώστε τα εναπομείναντα κεφάλαια να μπορούν να ξαναμπούν στον οικονομικό κύκλο με εκείνο το ικανοποιητικά υψηλό ποσοστό κέρδους που εγγυάται τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου, σε επίπεδο εθνικό και παγκόσμιο. Ενώ, όμως, στην προσπάθεια για μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης οι καπιταλιστές όλων των χωρών είναι ενωμένοι σα μια γροθιά ενάντια στους λαούς τους, στο ζήτημα του επιμερισμού στις διάφορες μερίδες τους των απωλειών από την υποτίμηση μέρους του υπερυσσωρευμένου κεφαλαίου είναι αδύνατο να υπάρξει μια μόνιμη και σταθερή ομοφωνία. Οι όποιες "συμφωνίες" δεν είναι τίποτε περισσότερο από προσωρινούς συμβιβασμούς, που η εξέλιξη της κρίσης τους σαρώνει σε σύντομο διάστημα. Όπως έλεγε ο Λένιν, στο έδαφος της κυριαρχίας των μονοπωλίων και της ανισόμετρης ανάπτυξής τους, τόσο η μοιρασιά των κερδών, όσο και των ζημιών "γίνεται ανάλογα με τη δύναμη" και, μάλιστα, "το ισχυρότερο κεφάλαιο παίρνει περισσότερα από όσα του αναλογούν..." (από το άρθρο "Για το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης").

Από την άποψη του ταξικού περιεχομένου, μικρή σημασία έχει αν η επιλογή των ΗΠΑ για την αντιμετώπιση των παραπάνω προβλημάτων που απορρέουν από την κρίση και την αλλαγή των συσχετισμών με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, είναι η "επεκτατική" δημοσιονομική πολιτική που συνοδεύεται από έκδοση πληθωριστικού χρήματος και κρατικά πακέτα χρηματοδότησης στη βιομηχανία, όπως και το αν η επιλογή της Γερμανίας (και της Γαλλίας) είναι η "περιοριστική" δημοσιονομική πολιτική, με έμφαση στη λιτότητα και τον περιορισμό των κρατικών δαπανών, τη δημοσιονομική πειθαρχία κλπ. Και η μια "συνταγή" και η άλλη, αποδεικνύονται το ίδιο ανίκανες να θεραπεύσουν την αγιάτρευτη ασθένεια του συστήματος και να οδηγήσουν σε μια "συντεταγμένη" διέξοδο, επιτυγχάνοντας μόνο στο αυτονόητο για το κεφάλαιο, στην ολοκληρωτική εξαθλίωση των λαών που - με τον ένα ή τον άλλο τρόπο - εξωθούνται βίαια στη φτώχεια, στην ανεργία, στον αφανισμό.

Όμως, από την άποψη του πως διαμορφώνεται ο συσχετισμός και τα στρατόπεδα των ιμπεριαλιστών, η παρακολούθηση αυτής της αντιπαράθεσης για το "οικονομικό μείγμα", έχει μεγάλη σημασία γιατί ερμηνεύει και αποκαλύπτει τις αντιθέσεις. Όταν, για παράδειγμα, ο Ομπάμα πίεζε τη Γερμανία και τη Γαλλία να συναινέσουν στην έκδοση ευρωομόλογου, με τις δεύτερες να αρνούνται σθεναρά (η Γερμανία εύλογα περισσότερο), αυτό έχει να κάνει με την επιδίωξη των αμερικανών να φορτωθεί το κόστος της απαξίωσης κεφαλαίου (από το "κούρεμα" του δημόσιου χρέους του υπερχρεωμένου νότου) περισσότερο στις πλάτες των γερμανικών εξαγωγικών βιομηχανικών κολοσσών. Συγχρόνως, αποσκοπεί στην προστασία των αμερικανικών τραπεζών που είναι εκτεθειμένες στα χρέη, αλλά και στη στήριξη του κερδοσκοπικού παιχνιδιού των (βασικά αμερικανοεβραϊκών) "οίκων αξιολόγησης", που έχουν παίξει εκατοντάδες δισ. ευρώ στο τζόγο των "ασφαλίστρων κινδύνου"-CDS και περιμένουν "πως και πως" την  - ελεγχόμενη ή ανεξέλεγκτη - χρεοκοπία για να πραγματοποιήσουν απίστευτα κέρδη.

Από την άλλη, η "σκληρή γραμμή" της Μέρκελ εκφράζει την απροθυμία του εξαγωγικά προσανατολισμένου (βασικά στις ασιατικές αγορές) τμήματος του γερμανικού κεφαλαίου να αναλάβει τη χρηματοδότηση του χρέους του μεσογειακού νότου, στις αγορές του οποίου είχε ούτως ή άλλως μικρή πρόσβαση και ελάχιστα πολιτικά-στρατιωτικά ερείσματα. Η ενεργοποίηση της "ενεργειακής διπλωματίας" από τη Ρωσία με τελευταίο σταθμό την πρόσφατη έναρξη λειτουργίας του αγωγού φυσικού αερίου North Stream, αλλά και η κινητικότητα της Κίνας που αξιοποιεί τα τεράστια συναλλαγματικά της αποθέματα παρεμβαίνοντας ενεργά στο νομισματικό πόλεμο δολλαρίου-ευρώ (με κινήσεις όπως ο έλεγχος του μεγαλύτερου μέρους του δημόσιου χρέους των ΗΠΑ, η μετατροπή σχεδόν ενός 30% των συναλλαγματικών της αποθεμάτων σε ευρώ και η πρόθεσή της για επένδυση έως και 100 δισ. ευρώ στον υπό σύσταση EFSF) αποτυπώνουν την παρουσία και των άλλων "παικτών" στη διεθνή σκακιέρα, οι οποίες δε θα μπορούσαν να είναι απούσες από την προσπάθεια διαμόρφωσης ευνοϊκών για τις αστικές τους τάξεις συμμαχιών, εν όψει του επερχόμενου νέου γύρου ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων και πολέμων.

Είναι πολύ πρόωρο και παρακινδυνευμένο να κάνει προβλέψεις κανείς για το πως θα διαμορφωθούν τελικά στα στρατόπεδα στην τελική αντιπαράθεση. Δεν είναι μόνο οι αντιθέσεις ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αλλά είναι και εκείνες στο ίδιο το εσωτερικό τους που παίζουν σημαντικότατο ρόλο στη διαμόρφωση αξόνων και αντι-αξόνων συσπείρωσης, με βάση τις πολύπλοκες σχέσεις αλληλεξάρτησης που χαρακτηρίζουν το σύστημα των οικονομικών σχέσεων του ιμπεριαλισμού, τόσο ανάμεσα στα κέντρα του, όσο και ανάμεσα στα κέντρα και τις εξαρτημένες και καθυστερημένες χώρες.

Έτσι, για παράδειγμα, η αντίθεση ανάμεσα στη "γραμμή Ομπάμα" στις ΗΠΑ και στη γραμμή των ρεπουμπλικανών (που έχει σαφέστερα "περιοριστικό", μονεταριστικό χαρακτήρα), αντίθεση που εκφράζεται και στις επιλογές στον τομέα της ενεργειακής και εξωτερικής πολιτικής (π.χ. στο Παλαιστινιακό, στα Βαλκάνια, στις σχέσεις με Ρωσία-Κίνα κλπ.), οπωσδήποτε εκφράζει βαθύτερη σύγκρουση συμφερόντων ανάμεσα σε τμήματα του μονοπωλιακού κεφαλαίου που είναι προσανατολισμένα στο στρατιωτικό-ενεργειακό και τον χρηματοπιστωτικό-εμπορικό τομέα, αντίστοιχα. Αν και οι εξελίξεις είναι ρευστές και θέλουν συνεχή παρακολούθηση, φαίνεται αυτή τη στιγμή να κυριαρχεί στον αγγλοσαξωνικό (ΗΠΑ-Βρετανία) ιμπεριαλισμό η γραμμή που επιλέγει ως κύριο αντίπαλο τη Ρωσία και την Κίνα και, ως εκ τούτου, προκρίνει τη διατήρηση της συμμαχίας με Γερμανία και Γαλλία, βεβαίως αξιοποιώντας την πολιτική και οικονομική-νομισματική πίεση για την όσο το δυνατόν καλύτερη για τα αμερικανικά μονοπώλια διαμόρφωση του τελικού συμβιβασμού και την αποδυνάμωση των εναλλακτικών επιλογών ενός εκάστου εκ των ευρω-"συνεταίρων".

Στο εσωτερικό της Γερμανικής αστικής τάξης, η ταλάντευση είναι εμφανής ανάμεσα στους πλέον ακραιφνείς οπαδούς του ευρωατλαντισμού (π.χ. σοσιαλδημοκρατία, μερίδα του CDU υπό τον πρώην καγκελλάριο Κολ κλπ.) που εμφανίζονται ως οπαδοί της "ενιαίας ευρωζώνης" που πρέπει να διατηρηθεί ακόμα και με αυξημένες θυσίες από πλευράς Γερμανίας για τη χρηματοδότηση του EFSF και των άλλων δομών και εργαλείων που θα σηκώσουν το βάρος της υπερχρέωσης του μεσογειακού νότου και ειδικά της Ιταλίας και της Γαλλίας. Στον αντίποδα, πληθαίνουν οι κύκλοι (από τον περίγυρο της Μέρκελ και των συμμάχων της) που θέτουν ζήτημα μιας "αναδιάρθρωσης" της ευρωζώνης, στη λογική των "ομόκεντρων κύκλων" (ενός "σκληρού" ευρώ για τις χώρες της άμεσης γερμανικής επιροής κι ενός πιο "μαλακού" για τις υπόλοιπες) ή ακόμα και μιας ενδεχόμενης διάλυσής της, ως κινήσεις για μια αυτόνομη, "επιθετική" στρατηγική από πλευράς γερμανικού ιμπεριαλισμού στην προσπάθειά του να οδηγήσει τα πράγματα σε μια ευνοϊκότερη γι αυτόν τελική "λύση", στα πλαίσια της οποίας θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και μια πιο στενή σχέση με Ρωσία και Κίνα. Η δεύτερη επιλογή, προς το παρόν, δε φαίνεται να κυριαρχεί αλλά θα ήταν εξαιρετικά παρακινδυνευμένο να θεωρήσει κανείς την κατάσταση ως παγιωμένη και τελεσίδικη.

Το "ελληνικό πρόβλημα" στο φόντο των αντιθέσεων...

Η ανάλυση που προηγήθηκε ασφαλώς και δεν αποσκοπούσε σε μια πλήρη αποτύπωση της διεθνούς κατάστασης. Κάτι τέτοιο υπερβαίνει κατά πολύ τους - αρκετά μετριόφρονες - σκοπούς του παρόντος άρθρου. Υποστηρίξαμε, όμως, ότι χωρίς κατανόηση του διεθνούς πλαισίου δεν είναι δυνατό να κατανοήσει κανείς με επάρκεια ούτε και τα βασικά χαρακτηριστικά της καπιταλιστικής κρίσης στη χώρα μας.

Φυσικά, θα μπορούσε κανείς να "προσπεράσει" αυτό το ζήτημα με κοινοτυπίες, του τύπου "η χώρα είναι οργανικά ενταγμένη στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, σε συνθήκες διεθνοποίησης και αλληλεπίδρασης" και να ξεμπερδέψει - ή να νομίζει ότι ξεμπερδεύει. Οι κοινοτυπίες, όμως και το αναμάσημα "γενικών αληθειών" ούτε υπήρξε ποτέ επαναστατική πολιτική πρακτική, ούτε οδήγησε σε αποτελέσματα υπέρ της εργατικής τάξης και του λαού. Βασικό χαρακτηριστικό της μαρξιστικής-λενινιστικής αντίληψης για την ταξική πάλη και τα καθήκοντά της σε κάθε φάση ανάπτυξης του κινήματος, ήταν και είναι η συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Σ'αυτό το ζήτημα περνάμε αμέσως τώρα.

Στο Πρόγραμμα και στις αποφάσεις των μετέπειτα συνεδρίων του το ΚΚΕ έχει μείνει σταθερό στην εκτίμησή του ότι η χώρα βρίσκεται σε ενδιάμεση και εξαρτημένη θέση στο σύστημα του ιμπεριαλισμού. Ακόμα περισσότερο, στο Πρόγραμμά του (του 1996) εκτιμά ότι η χώρα βρίσκεται στη σφαίρα επιρροής του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού (συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για "τον κυρίαρχο ρόλο του αμερικάνικου παράγοντα, ιδιαίτερα στον πολιτικό και στο στρατιωτικό τομέα"), παρά την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ και την ανάπτυξη των οικονομικών δεσμών με τα δυτικοευρωπαϊκά μονοπώλια. Στο 18ο Συνέδριο γίνεται λόγος για "δεσμούς πολιτικοστρατιωτικής εξάρτησης από τις ΗΠΑ που περιορίζουν αντικειμενικά τη διαπραγματευτική δύναμη (σημ.: της αστικής τάξης) και τα περιθώρια ελιγμών". Εκείνο, όμως, που διαφοροποιεί την κατάσταση το 2009 (και σήμερα) σε σχέση με το 1996 είναι ότι τα οικονομικά ερείσματα των γερμανικών και γαλλικών (κυρίως) μονοπωλίων έχουν δυναμώσει σημαντικά έως το σημείο να δικαιολογείται η εκτίμηση (στις Θέσεις για το 18ο συνέδριο και πάλι) ότι "η οικονομική θέση (σημ.: της αστικής τάξης) στο σύστημα του ιμπεριαλισμού καθορίζεται κυρίως από τη θέση της στην ΕΕ". Οι παραπάνω διαπιστώσεις έχουν μεγάλη σημασία γιατί αναδεικνύουν μια βασική αντίφαση σε ότι αφορά την ελληνική αστική τάξη: από τη μια, οι δεσμοί πολιτικοστρατιωτικής (αλλά και οικονομικής, κυρίως σε αναφορά με το εφοπλιστικό κεφάλαιο) εξάρτησής της από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό δεν της αφήνουν πολλά περιθώρια διαπραγμάτευσης και ελιγμών, από την άλλη οι οικονομικοί δεσμοί της με τους γαλλο-γερμανικούς ομίλους στο πλαίσιο της ΕΕ διαμορφώνουν ένα περιβάλλον στο οποίο διασφαλίζεται σε σημαντικό βαθμό η θωράκιση της κερδοφορίας της. Η παρακολούθηση της κίνησης αυτής της αντίφασης στη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, μέχρι και σήμερα, εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα. Φυσικά, όλα αυτά τα έχουμε ξαναπεί ήδη από τις πρώτες μας δημοσιεύσεις. Απλώς εδώ τα επαναλαμβάνουμε ως υπενθύμιση της μεθοδολογικής αφετηρίας για την "ανάγνωση" της σημερινής συγκυρίας που οδήγησε στην "κοινοβουλευτική χούντα " του Παπαδήμου.

Έτσι, τόσο οι επιλογές της κυβέρνησης του ΓΑΠ, όσο και η σημερινή επιλογή της κυβέρνησης "εθνικής σωτηρίας", θα πρέπει να ιδωθούν από τη σκοπιά της ένταξής τους στο παιχνίδι των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και του πως αυτές επηρεάζουν τα συμφέροντα και τους συσχετισμούς στο εσωτερικό της αστικής τάξης της χώρας. Μιλάμε, ασφαλώς, τόσο για ανακατατάξεις οικονομικής ισχύος ανάμεσα στους κυρίαρχους μονοπωλιακούς ομίλους (άνοδος των ομίλων Λάτση και Αλαφούζου, χτύπημα κυρίως του Βγενόπουλου και δευτερευόντως του Βαρδινογιάννη) αλλά και για αλλαγές στους πολιτικούς συσχετισμούς (πολιτική "εξαφάνιση" Καραμανλή και χτύπημα των "εκσυγχρονιστών" στο ΠΑΣΟΚ, πρωτοκαθεδρία των αμερικανόφιλων πολιτικών δυνάμεων υπό τον ΓΑΠ).

Από αυτή τη σκοπιά, τόσο ο αρχικός σχεδιασμός του ΓΑΠ ("άδειασμα" Καραμανλή από τα "αριστερά" με το "λεφτά υπάρχουν", στοχευμένη συμμετοχή στην επιχείρηση υπονόμευσης της δανειοληπτικής ικανότητας της χώρας με τη φημολογία περί "Τιτανικών", την εν μέρει τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος του 2009, τη  - φαινομενική μόνο - αδράνεια των πρώτων έξι μηνών κλπ.), όσο και η τελευταία του πρωτοβουλία για το κακόφημο "δημοψήφισμα" είναι ενταγμένες στο γενικότερο, αμερικάνικης έμπνευσης και καθοδήγησης, σχεδιασμό για άσκηση αναβαθμισμένης οικονομικής και πολιτικής πίεσης στο γαλλο-γερμανικό άξονα, αφενός με στόχο τη χαλάρωση της συνοχής του, αφετέρου την αποτροπή διαμόρφωσης των πολιτικών και οικονομικών όρων για μια "επιθετική" στρατηγική από πλευράς Γερμανίας για τη διεκδίκηση ενός αναβαθμισμένου ρόλου μεταξύ των ηγετικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, κάτι για το οποίο μιλήσαμε ήδη στην προηγούμενη ενότητα του άρθρου μας. Αυτό είναι το κύριο που πρέπει να κρατήσει κανείς, χωρίς να αναλωθεί σε "τεχνικές" λεπτομέρειες του τύπου, πως η ελληνική δημοσιονομική κατάρρευση λειτούργησε ως θρυαλλίδα για την πυροδότηση της διαδικασίας χρεοκοπίας του συνόλου του μεσογειακού νότου, διαδικασία που ήδη σήμερα έχει φτάσει να αφορά την Ιταλία και, προσεχώς, την ίδια τη Γαλλία με αποτέλεσμα να δεχθεί ισχυρότατο πλήγμα το ευρώ - και κατ'επέκταση να πιεστεί έντονα η Γερμανία να "λογικευτεί". Είναι σαφές ότι τα κεφάλαια που απαιτούνται για τη "διάσωση" (μέσω "κουρέματος" και ανακεφαλαιοποίησης) της Ιταλίας είναι τεράστια και οι απώλειες που θα αναγκαστούν να επωμισθούν οι γερμανικοί όμιλοι προκειμένου να θωρακιστεί το ευρώ θα είναι σημαντικότατες. Συγχρόνως, η παράταση της αστάθειας στην ευρωζώνη αντικειμενικά δυσκολεύει το εγχείρημα της μεγαλύτερης εμπλοκής στον EFSF της Κίνας και της Ρωσίας, με αποτέλεσμα η πρώτη να παραπέμπει για το μέλλον την απόφαση για την όποια επενδυτική συμμετοχή της, ενώ η δεύτερη να μιλά για συμμετοχή με το συμβολικό - για τα μεγέθη της παγκόσμιας οικονομίας - ποσό των 10 δισ. ευρώ κι αυτό μέσω του ΔΝΤ και όχι απευθείας. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που βρίσκεται πίσω από τις ασφυκτικές πιέσεις που ασκήθηκαν στην Ελλάδα να "συντομεύει" στην διαδικασία έμπρακτης "ευθυγράμμισής" της με το γενικότερο πλαίσιο της 26ης Οκτώβρη και, συγχρόνως, ερμηνεύει και την πίεση των γαλλογερμανών για αποχώρηση του ΓΑΠ από την ηγεσία της χώρας και αντικατάστασή του από έναν "κοινής αποδοχής" (με την έννοια του αποδεκτού και από αυτούς και από τις ΗΠΑ) πρωθυπουργό. Η "κοινή αποδοχή" αποτυπώνει ακριβώς το νόημα της λεπτής ισορροπίας ανάμεσα στην πολιτικο-στρατιωτική επιρροή των ΗΠΑ και στους οικονομικούς δεσμούς (και λόγω του ευρώ) με τα μονοπώλια της ΕΕ.

Ωστόσο, προκύπτει και ένα δεύτερο, εξαιρετικά σημαντικό συμπέρασμα. Κι αυτό είναι η σχεδόν κάθετη και απόλυτη επιλογή των βασικών κέντρων της αστικής τάξης να μην "παίξουν" με τη θέση τους στην ΕΕ, ρίχνοντας το βάρος αποφασιστικά προς την κατεύθυνση της αποχώρησης του ΓΑΠ και την επιλογή του Παπαδήμου (δηλαδή, ενός ανθρώπου "από τα σπλάχνα" της αστικής τάξης, με ανοιχτές γέφυρες και προς τις δυο πλευρές του Ατλαντικού), δείγμα ότι, στα πλαίσια της αντίφασης που αναδείξαμε παραπάνω, η συμμετοχή στο ευρώ είναι προς το παρόν "κόκκινη γραμμή" για τα κέντρα αυτά. Αυτό, φυσικά, δε σημαίνει ούτε ότι η συμμετοχή αυτή είναι δεδομένη και εξασφαλισμένη (μιας και ελάχιστα εξαρτάται από τις εσωτερικές εξελίξεις), ούτε - πολύ περισσότερο - ότι ανατρέπεται η εκτίμηση για τον κυρίαρχο, πολιτικοστρατιωτικά, ρόλο των ΗΠΑ στη χώρα. Άλλωστε, όπως τονίστηκε και σε προηγούμενο σημείο της ανάλυσής μας, φαίνεται αυτή τη στιγμή η κυρίαρχη επιλογή στις ΗΠΑ (αλλά και στη Γερμανία) να είναι η διατήρηση της στρατηγικής συμμαχίας τους και οι εκατέρωθεν κινήσεις κατά αλλήλων έχουν περισσότερο το χαρακτήρα διαγκωνισμών για μια καλύτερη διαπραγμάτευση από μεριάς των μεν και για διατήρηση της πρωτοκαθεδρίας από τους δε, παρά δηλώνουν διάθεση ριζικής ρήξης. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι αυτή τη λεπτή ισορροπία που αποτυπώνουν οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών, την είχε προβλέψει το ΚΚΕ στο 18ο συνέδριό του όταν εκτιμούσε ότι "τόσο η Ελλάδα, όσο και η ΕΕ διατηρούν ταυτόχρονα τη στρατηγική συμμαχία με τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα μέσω του ΝΑΤΟ".

Μπορεί η Ελλάδα να γίνει "αδύνατος κρίκος" στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα;

Θα ήταν μεγάλο λάθος, εκδήλωση απίστευτης ηττοπάθειας από τη σκοπιά του εργατικού, επαναστατικού κινήματος να πιστέψει κανείς ότι η συγκυρία, έτσι όπως διαμορφώθηκε και διαμορφώνεται καθημερινά στη χώρα, είναι εύκολη στη διαχείρισή της, για την αστική τάξη. Χρειάζεται, αντίθετα, να κατανοήσει σε βάθος τις παραμέτρους που οδήγησαν στην επιλογή της "εθνικής ενότητας", τα χαρακτηριστικά της νέας κατάστασης που διαμορφώνεται, τους νέους κινδύνους, αλλά και τις νέες δυνατότητες που δημιουργούνται για το λαϊκό κίνημα.

Μια πρώτη ανάγνωση, από την άποψη των παραμέτρων που υφίστανται και διαμορφώνουν την πολιτική συνείδηση των λαϊκών μαζών και τον πολιτικό συσχετισμό δυνάμεων, οδηγεί στη διαπίστωση ότι διαμορφώνονται ή τείνουν να διαμορφωθούν στο επόμενο διάστημα συνθήκες ταυτόχρονης συνύπαρξης τριών βασικών "δεδομένων":

Πρώτον, συνθήκες οικονομικής εξαθλίωσης για τη μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης και του εργαζόμενου λαού. Το "κούρεμα" (όταν και αν γίνει) και η χρεοκοπία -"ελεγχόμενη" ή, πολύ περισσότερο, "ανεξέλεγκτη" - σημαίνουν νέα, τεράστια δεινά για το λαό. Ήδη, μιλούν για νέα μέτρα, ακόμα και για το 2012, επιπλέον όσων έχουν παρθεί με το πολυνομοσχέδιο και τα προηγηθέντα αυτού νομοθετήματα, μιλούν για νέες απολύσεις, για μεροκάματα των 500 ευρώ και συντάξεις των 300. Το ενδεχόμενο "άτακτης" χρεοκοπίας, με την επιστροφή στην υποτιμημένη δραχμή και το κύμα ακρίβειας και πληθωρισμού που θα την ακολουθήσει, θα δώσει τη χαριστική βολή σε ό,τι έχει απομείνει από το κάτισχνο λαϊκό εισόδημα. Κυριολεκτικά, θα δημιουργηθούν συνθήκες στις οποίες η μεγάλη πλειοψηφία του λαού "δε θα έχει να χάσει τίποτε, εκτός από τις αλυσίδες της", για να θυμηθούμε τη φράση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου.

Δεύτερον, συνθήκες γενικευμένου αισθήματος εθνικής ταπείνωσης. Πλατιά στρώματα του ελληνικού λαού, εργαζόμενοι στην τεράστια πλειοψηφία τους, αγανακτούν όταν βλέπουν τους αξιωματούχους της ΕΕ να συμπεριφέρονται ως ανθύπατοι (π.χ. στις επισκέψεις των κλιμακίων της Τρόικα) και μάλιστα με τη συμφωνία και τη στήριξη των ελλήνων ομολόγων τους, αισθάνονται ντροπή και οργή όταν υποδεικνύεται στη χώρα το αν θα κάνει εκλογές, το πότε, ακόμα και το αποτέλεσμα που θα αυτές θα βγάλουν ή όταν ζητείται από αυτούς που θα είναι υποψήφιοι σε αυτές να δεσμευτούν ότι, άσχετα με το τι κυβέρνηση θα προκύψει, θα εφαρμόσει απαρέγκλιτα τις συμφωνίες και τις δεσμεύσεις. Πρόκειται για γεγονότα που προσβάλλουν το λαϊκό αίσθημα, τα γνήσια πατριωτικά αντανακλαστικά ενός λαού με πλούσια ιστορία αγώνων για την εθνική ανεξαρτησία και τη λαϊκή κυριαρχία, αγώνων που φυσικά είναι ακόμα αδικαίωτοι. Ας σημειωθεί εδώ ότι οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, αναφορικά με τα υπό έρευνα κοιτάσματα φυσικού αερίου, τον καθορισμό της ελληνικής ΑΟΖ κλπ., όπως και στα Βαλκάνια (ας μην περάσει απαρατήρητο ότι και τα δυο αυτά θέματα τα συμπεριέλαβε ο ΓΑΠ στην τελευταία ομιλία του στη Βουλή ως πρωθυπουργός, στην "ατζέντα" της νέας κυβέρνησης του "μαύρου μετώπου") δεν αποκλείουν διόλου το ενδεχόμενο να δούμε και νέες υποχωρήσεις και απώλειες κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, ενδεχομένως και απώλειες εθνικού χώρου. Σε κάθε περίπτωση, οι όποιες εξελίξεις θα εντείνουν ακόμα περισσότερο το αίσθημα εθνικής ταπείνωσης και καταστροφής που υφίσταται σήμερα.

Τρίτον, συνθήκες γενικευμένης κρίσης εμπιστοσύνης προς το αστικό πολιτικό προσωπικό, συνολικής απαξίωσής του. Όταν στις δημοσκοπήσεις του τελευταίου 12μηνου το άθροισμα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ δεν ξεπερνά το 40%(!), είναι εύκολο να καταλάβει κανείς ότι δημιουργούνται συνθήκες μαζικής αποστοίχησης λαϊκών στρωμάτων που βρίσκονταν διαχρονικά υπό την πολιτική επιρροή των αστικών κομμάτων, από τις αστικές κομματικές τους αναφορές. Αυτό, σε συνδυασμό με τις δυο προηγούμενες παραμέτρους, δε θέλει πολύ να οδηγήσει σε πολιτική αστάθεια και πολιτική κρίση, τα αποτελέσματα της οποίας μπορεί να είναι απρόβλεπτα, κάτι που τα επιτελεία της αστικής τάξης δε θέλουν ούτε καν να το σκέπτονται.

Οι συνθήκες αυτές, όπως περιγράφηκαν παραπάνω, συνθέτουν ένα εκρητικό κοινωνικό-πολιτικό τοπίο. Ήδη, οι λαϊκοί αγώνες του προηγούμενοι διαστήματος με αποκορύφωμα τη 48ωρη απεργία στις 19 και 20 Οκτώβρη είχαν τη δική τους συμβολή στην απομάκρυνση του ΓΑΠ από την πρωθυπουργία, αν και βεβαίως σε καμία περίπτωση το κίνημα δεν κατάφερε να αποκτήσει τα ποιοτικά κυρίως, αλλά και τα ποσοτικά χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να το καταστήσουν ικανό να βάλει τη δική του σφραγίδα στις εξελίξεις, να σηματοδοτήσει μιαν αληθινά ανατρεπτική προοπτική. Όμως, από την άλλη, είναι λάθος να θεωρήσει κανείς το κίνημα αυτό ως αμελητέα ποσότητα. Όχι τόσο, επαναλαμβάνουμε, για τα ποσοτικά του χαρακτηριστικά, αλλά κυρίως για το λόγο ότι στις γραμμές του υπάρχει, δρα και ενισχύεται καθημερινά το ταξικό-ριζοσπαστικό ρεύμα που εκφράζει τη συμμαχία εργατών, μεσαίων στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου, σπουδάζουσας νεολαίας, γυναικών σε κατεύθυνση ρήξης και ανατροπής της εξουσίας των μονοπωλίων. Σε τελευταία ανάλυση, οι αστοί φοβούνται ακόμα και το σημερινό, ανεπαρκές επίπεδο ανάπτυξης του κινήματος και λόγω των επαναστατικών παραδόσεων των προηγούμενων δεκαετιών, αλλά και της ισχυρής σημερινής παρουσίας ενός μαζικού επαναστατικού κόμματος, όπως το ΚΚΕ. Δεν είναι τυχαίοι οι προβληματισμοί τέτοιων "σημαιοφόρων" της αστικής τάξης, όπως Μητσοτάκης που ανοιχτα θέτουν το δίλημμα "είτε θα συννενοηθούμε με το ΚΚΕ και θα αποδεχθεί έναν ρόλο στο πλαίσιο της αστικής νομιμότητας, είτε θα ανοίξει ξανά η προοπτική της παρανομίας του"...

Γι αυτούς ακριβώς τους λόγους, τα επιτελεία της αστικής τάξης και των ιμπεριαλιστών "συμμάχων" σε ΗΠΑ-ΕΕ επέβαλαν τη "λύση" της "εθνικής ενότητας", δηλαδή την κυβέρνηση συνεργασίας των κομμάτων του κεφαλαίου. Θέλουν να "προλάβουν" την απότομη όξυνση της ταξικής πάλης που αναπόφευκτα θα σημειωθεί, καθώς η κρίση θα βαθύνει κι άλλο, τόσο στη χώρα, όσο και παγκόσμια. Ήδη, στις φθινοπωρινές προβλέψεις της Comission για την ευρωζώνη, γίνεται λόγος για είσοδο σε νέα φάση ύφεσης, ενώ αντίστοιχες είναι οι προβλέψεις για τις ΗΠΑ, καθώς και το "φρενάρισμα" της ανάπτυξης στην Κίνα. Για την Ελλάδα, προβλέπεται ύφεση 5,5% για φέτος και 2,5% το 2012. Λόγω του ελείμματος που θα "κλείσει" στο 9% φέτος, θα παρθούν μέτρα ύψους 5 δισ. τον επόμενο χρόνο, ενώ το χρέος το 2013 θα φτάσει το αστρονομικό ύψος του 198% του ΑΕΠ(!). Θέλουν να περάσουν σήμερα κιόλας το σύνολο των μέτρων που απαιτούνται για να στηριχθεί η θέση των ελληνικών ομίλων στην ΕΕ, αλλά και να στηριχθεί η ίδια η ΕΕ και το ευρώ στον οξύτατο ανταγωνισμό του με το δολλάριο (προοπτικά και με το γουάν). Θέλουν να πετύχουν τώρα, στην αρχή ακόμα, συντριπτικό χτύπημα σε βάρος του εργατικού-λαϊκού κινήματος, ώστε να είναι ασφαλές το "εσωτερικό μέτωπο" ενόψει της επερχόμενης θύελλας.

Εδώ βρίσκεται και ο κόμπος για τα επιτελεία των μονοπωλίων: από τη μια, χρειάζεται να επιταχυνθεί η πορεία των αναδιαρθρώσεων και να "τελειώσει η δουλειά" το συντομότερο, από την άλλη θα πρέπει να διαχειριστούν τη λαϊκή δυσαρέσκεια αποτελεσματικά, ώστε να αποφύγουν ένα νέο αγωνιστικό ξέσπασμα της λαϊκής οργής. Στη βάση αυτής της αντίφασης, δημιουργούνται νέοι κίνδυνοι και νέες δυνατότητες για το κίνημα. Είναι σαφές, από την ίδια την αναγκαιότητα που τη γέννησε, ότι η κυβέρνηση Παπαδήμου είναι μια κυβέρνηση "έκτακτης ανάγκης" και "εκτάκτων εξουσιών". Πρέπει να περιμένουμε μια πολιτική "σιδηράς πυγμής" απέναντι στο λαϊκό κίνημα, ένταση του αυταρχισμού και της κρατικής και εργοδοτικής τρομοκρατίας, μηδενική ανοχή απέναντι στις διεκδικήσεις του λαού, πιο αποφασιστική αξιοποίηση του εργοδοτικού συνδικαλισμού και της εργατικής αριστοκρατίας των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ και των μηχανισμών υποδαύλισης του συντεχνιασμού, του "διαίρει και βασίλευε" και του "κοινωνικού αυτοματισμού, ακόμα μεγαλύτερη ένταση της άθλιας προπαγάνδας ενάντια στο ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα και το ΚΚΕ. Η σύνθεση της νέας κυβέρνησης, με τη συμμετοχή σ'αυτήν και των ιδεολογικών απογόνων του Μεταξά και του μοναρχοφασισμού (λέγε με ΛΑΟΣ), φέρνει στο νου ανάλογες ιστορικές συγκυρίες στη χώρα και διεθνώς: ας θυμηθούμε το πως από την κρίση της δημοκρατίας της Βαϊμάρης φτάσαμε στο ναζισμό στη Γερμανία του απόηχου της κρίσης του '29-'31 και πως από τη χρεοκοπία του '31-'32, την πολιτική αστάθεια και την κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης του Μεταξά, οδηγήθηκε η χώρα το '36 στην εγκαθίδρυση της φασιστικής δικτατορίας.

Από την άλλη, δεν πρέπει να υποτιμηθεί το γεγονός ότι με τη συγκρότηση της κυβέρνησης "εθνικής ενότητας" η αστική τάξη αναγκάστηκε να θυσιάσει μεγάλο μέρος από τις πολιτικές της εφεδρείες (ΝΔ, Ντόρα κλπ.). Στην πραγματικότητα, το μόνο "χαρτί" που θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί στην περίπτωση ανατροπής της κυβέρνησης Παπαδήμου από ένα ρωμαλέο λαϊκό κίνημα, θα ήταν μια "αριστερή κυβέρνηση" - ενδεχόμενο για το οποίο έχουν κρατηθεί ήδη οι αναγκαίες εφεδρείες (ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗΜΑΡ, Δημαράς, διαγραμμένοι του ΠΑΣΟΚ κλπ.), ωστόσο είναι σχεδόν βέβαιο ότι μια τέτοια λύση θα ήταν η έσχατη και θα ήταν αυτή ή οποία θα κληθεί να συγκρουστεί ανοιχτά με τον επαναστατημένο λαό, όπως έγινε στη Γερμανία το '18 (όπου η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση πέτυχε για λογαριασμό της αστικής τάξης να συντριβεί η εργατική εξέγερση) και στη Ρωσία το '17 (όπου νίκησε η επανάσταση). Κοντολογίς, αυτό που εμφανίζεται ως "δύναμη" για τα επιτελεία της αστικής διαχείρισης, είναι συγχρόνως και η μεγάλη, στρατηγική αδυναμία της. Την έκβαση, δε μπορεί κανείς να την προβλέψει, ασφαλώς. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι οι εξελίξεις ωθούν προς την κατεύθυνση, η Ελλάδα να αποτελέσει τη χώρα-αδύνατο κρίκο της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας για το επόμενο διάστημα. Κι αυτό μπορεί και πρέπει να είναι το κύριο καθήκον της στιγμής για το επαναστατικό κίνημα. Στα επόμενα άρθρα, θα σταθούμε πιο αναλυτικά στις ιδεολογικές και πολιτικές όψεις αυτού του καθήκοντος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου