Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

Θα καταφέρουν να πνίξουν το λαό και τον τόπο;


Είναι στιγμές που το να παρακολουθεί κανείς την επικαιρότητα και τις εξελίξεις που τρέχουν με ρυθμούς χιονοστιβάδας, καταντά αφόρητο. Όχι φυσικά επειδή είναι οι έντονοι ρυθμοί που ενοχλούν, αλλά επειδή το περιεχόμενο των εξελίξεων – και οι μορφές που αυτές παίρνουν – βγάζει απίστευτη σήψη και μαυρίλα. Ζούμε τις μέρες όπου η ανοιχτή, ωμή και ξετσίπωτη δικτατορία των μονοπωλίων, με τη μορφή της κοινοβουλευτικής χούντας, της κρατικής και παρακρατικής καταστολής και προβοκάτσιας, αλλά και της αποθέωσης της ιδεολογικής-μιντιακής τρομοκρατίας, συνδυάζεται με τον πιο απτό και ηχηρό τρόπο με τις πιο κραυγαλέες εκδηλώσεις των σχέσεων ανισοτιμίας και εξάρτησης που είναι το κύριο χαρακτηριστικό του ελληνικού καπιταλισμού σε όλη του την ιστορική διαδρομή. Αυτό το δίπολο του «τσαμπουκά» απέναντι στην εργατική τάξη και το λαό και συγχρόνως της πλήρους ευθυγράμμισης με τις υποδείξεις της α’ ή της β’ ιμπεριαλιστικής δύναμης, όταν μάλιστα ενδύεται το μανδύα της «ιστορικής ευθύνης» που ανεμίζει από τον «αναζωογονητικό» αέρα της «αλλαγής του πολιτικού συστήματος», προκαλεί αηδία και οργή σε κάθε συνειδητό εργαζόμενο, σε κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Το ζήτημα, βέβαια, είναι η οργή αυτή να στρέφεται εκεί που πρέπει και ο στόχος να είναι πραγματικά η ρήξη και η ανατροπή αυτής της σαπίλας κι όχι μια ακόμα μορφή ενσωμάτωσης σε αυτήν, όπως τόσες και τόσες φορές έχουμε δει να συμβαίνει στο παρελθόν…

«Mας θέλουν έξω από το ευρώ»;

Οι αναγνώστες αυτού εδώ του ιστολόγιου δε θα δυσκολευτούν να ανακαλέσουν στη μνήμη τους τα όσα γράφαμε το Νοέμβρη σχετικά με το πώς οι εξελίξεις αναφορικά με το ελληνικό χρέος διαπλέκονται με τη δραματική όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές για το ποιος θα φορτωθεί τα βάρη της κρίσης και ποιος θα αναβαθμίσει το μερίδιό του σε αγορές, πηγές πρώτων υλών και ενέργειας και γεωπολιτικές σφαίρες επιρροής. Χωρίς αυτή την αναπόφευκτη διασύνδεση, θα χάνεται το μεθοδολογικό ερμηνευτικό «νήμα» για να παρακολουθήσει κανείς τις εξελίξεις και θα παραμένει, αναγκαστικά, ευάλωτος στο προπαγανδιστικό παιχνίδι των μηχανισμών του συστήματος.

Αν πιστέψει κανείς μια μερίδα των media, ειδικά αυτές τις μέρες, θα σχηματίσει μάλλον την ιδέα ότι έχουμε να κάνουμε με μια γερμανική ηγεσία περίπου …ψυχωτική, η οποία βγάζει στη καμπούρα των πτωχών πλην τίμιων ελλήνων όλο το βορειοευρωπαϊκό της κόμπλεξ. Τι για «διάθεση να τιμωρήσουν κι όχι να μας βοηθήσουν» ακούσαμε. Τι για «ακατανόητες και υπερβολικές απαιτήσεις». Τι για «άκαμπτους γραφειοκράτες» που βλέπουν «αριθμούς και όχι ανθρώπους» κι άλλα πολλά παρόμοια. Βεβαίως, την ίδια στιγμή, άλλοι αναλυτές και η ίδια η «επίσημη» κυβερνητική γραμμή κάνουν λόγο για «ακραίες φωνές» που θέλουν να μας βγάλουν εκτός ευρώ, για «συντηρητικούς κύκλους» που είναι «κολλημένοι» στις «μονεταριστικές λογικές» κι όχι στην «ανάπτυξη» κλπ. Κι από κοντά, το τελευταίο διάστημα βιώσαμε και το …μέγα θαύμα: τσούρμο οι αμερικανοσπουδαγμένοι οικονομολόγοι που μας «συμβουλεύουν» να «επιστρέψουμε στη δραχμή», να «συνδεθούμε με το δολλάριο», μας λένε ότι «η δραχμή δεν είναι καταστροφή» κλπ. Επειδή για κάθε νοήμονα άνθρωπο είναι το ίδιο δύσκολο να πιστέψει ότι η πολιτική του γερμανικού ιμπεριαλισμού οφείλεται, τάχα, στο …γινάτι του ανέραστου και ξενέρωτου γερμανού απέναντι στον χαρούμενο και μποέμ έλληνα, καθώς και ότι ξαφνικά οι «γιάπηδες φωστήρες» των διαφόρων Χάρβαρντ ζώστηκαν τα καρυοφύλλια του Κολοκοτρώνη ενάντια στη γερμανική μπότα της Μέρκελ και της ΕΚΤ, είναι ώρα να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους…

Η χώρα έχει χρεοκοπήσει από τη μέρα που προσέφυγε στο «μνημόνιο 1» και στην Τρόικα. Αυτό πια είναι τόσο προφανές, που ακόμα κι ένα παιδί του δημοτικού δύσκολα μπορεί να μπερδευτεί. Μοιάζει η χώρα σαν τον κλινικά νεκρό ασθενή που είναι σε κώμα, ζει μόνο χάρη στα όργανα μηχανικής υποστήριξης και γίνεται συζήτηση για το αν …κινδυνεύει να πεθάνει! Τι συμβαίνει, λοιπόν, σε μια χώρα που χρεοκοπεί;

Πρώτον, τίθεται σε καθεστώς διεθνούς οικονομικού ελέγχου – μήπως άραγε δεν είμαστε σε τέτοιο καθεστώς από την άνοιξη του 2010 (για να μη θυμηθούμε την επιτήρηση και την ήπια προσαρμογή του Αλογοσκούφη και γίνουμε πολύ κακοί…);

Δεύτερον, προχωρά σε υποτίμηση του εθνικού της νομίσματος. Εδώ, λόγω του ευρώ, αυτή η επιλογή δε μπορεί να υλοποιηθεί, εκείνο όμως που μπορεί να γίνει – και γίνεται μια χαρά όλον αυτό τον καιρό – είναι η «εσωτερική υποτίμηση» με τη μείωση των μισθών, των συντάξεων, τις περικοπές κλπ., σε δημόσιο ΚΑΙ ιδιωτικό τομέα. Αυτό το τελευταίο, για να τελειώνουμε και με τα «κροκοδείλια δάκρυα» κάποιων γαλαζοπράσινων «ανταρτών» που «θρηνούν» την «κατεδάφιση των εργασιακών δικαιωμάτων του ιδιωτικού τομέα» την οποία, μάλιστα, βρίσκουν «ανεξήγητη» και «αντιαναπτυξιακή», ενώ την ίδια στιγμή προτείνουν επιστροφή στη δραχμή και υποτίμησή της – δηλαδή το ίδιο ακριβώς πράγμα!!!

Τρίτον, προχωρά σε μια διαπραγμάτευση με τους δανειστές της χώρας για τη διαγραφή ενός μέρους του δημόσιου χρέους που θεωρείται ότι έχει καταστεί πλέον οριστικά αδύνατο να πληρωθεί. Τόσο η διαγραφή αυτή (το περίφημο «κούρεμα» με το οποίο μας έχουν …γανώσει τα αυτιά), όσο και η βίαιη (εσωτερική ή «εξωτερική») υποτίμηση αποτελούν μορφές, έμμεσες ή άμεσες, καταστροφής μέρους του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου, έτσι ώστε να καταστεί εκ νέου εφικτή η διαδικασία της διευρυμένης αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι αν την εποχή του προ-μονοπωλιακού καπιταλισμού η διαδικασία αυτή είχε τις εσωτερικές της αντιφάσεις και δυσκολίες, στην εποχή των μονοπωλίων και του ιμπεριαλισμού οι αντιφάσεις αυτές και οι αντιθέσεις ανάμεσα στις διεθνείς ενώσεις των καπιταλιστών για τον μεταξύ τους επιμερισμό του κεφαλαίου που θα απαξιωθεί, εκτοξεύονται σε απίστευτα ύψη. Κι αυτό γιατί εδώ δεν πρόκειται απλά για μια διευρυμένη αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου, η οποία οφείλει να εξασφαλίζει ένα μέσο ποσοστό κέρδους, αλλά τα τεράστια μονοπωλιακά υπερκέρδη. Σε τελευταία ανάλυση, η θέση του Λένιν ότι το μονοπώλιο όχι μόνο δεν καταργεί τον ανταγωνισμό αλλά τον απογειώνει σε πρωτόγνωρα επίπεδα, είναι επίκαιρη όσο ποτέ, με βάση τις εξελίξεις που βιώνουμε.

Όπως και να’χει, τα παραπάνω τρία βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της χρεοκοπίας είναι ήδη παρόντα στη χώρα μας. Κάτω από αυτό το πρίσμα, είναι το λιγότερο γελοία η τρομοκρατική «επιχειρηματολογία» της κυβέρνησης και μερίδας των αστικών κονδυλοφόρων ότι από την έγκριση ή μη του νέου «μνημονίου» εξαρτάται η μη χρεοκοπία της χώρας. Οι ίδιοι ομολογούν ότι ακόμα κι αν όλα τους πάνε «πρίμα», το χρέος της χώρας θα είναι το 2020 μεγαλύτερο από (ή, στην καλύτερη περίπτωση, ίσο με) το χρέος του 2009 ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι ίδιοι ομολογούν ότι ακόμα κι έτσι το χρέος δε θα είναι «βιώσιμο». Ας σημειωθεί εδώ και η εξής πλευρά: πέραν του προφανούς χαρακτήρα του "κουρέματος" ως διαδικασίας καταστροφής και απαξίωσης μέρους του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου, δε θα πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας και ο τρόπος που γίνεται το "κούρεμα" αυτό, με μετατροπή μέρους του από "ιδιωτικό" σε "κρατικό" χρέος, από χρέος προς ιδιώτες ομολογιούχους σε χρέος προς τις κεντρικές τράπεζες των "εταίρων" της χώρας στην ΕΕ. Πολλοί διαισθάνονται τη σημασία αυτής της μεταβολής, μόνο στο επίπεδο της δικαιοδοσίας των αγγλικών δικαστηρίων και του αγγλικού δικαίου που διέπει τη νέα σύμβαση, αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Το σημαντικό είναι ότι εξυφαίνονται νέα δεσμά οικονομικής εξάρτησης, αυτή τη φορά άμεσα, απευθείας από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, ως προς αυτό, τα λόγια του Λένιν για το τι σημαίνει να χρωστά η Αγγλία στην Αίγυπτο και το αντίστροφο: το χρέος της πρώτης προς τη δεύτερη είναι "λίπασμα" για την οικονομική ανάπτυξη του οφειλέτη εις βάρος του πιστωτή, ενώ το χρέος της δεύτερης προς την πρώτη, η θηλειά στο λαιμό που την πνίγει. Η πεμπτουσία των ανισότιμων διακρατικών σχέσεων που χαρακτηρίζουν τον ιμπεριαλισμό, μέσα σε μια φράση...

Δε συζητείται, επομένως, το αν θα χρεοκοπήσει η χώρα, αλλά το είδος, η μορφή της χρεοκοπίας. Ακριβέστερα, εκείνο που «παίζεται» είναι η διαχείριση της χρεοκοπίας αυτής έτσι ώστε η εξέλιξη των μορφών της στην πορεία των εξελίξεων να ευνοήσει τη μια ή την άλλη ομάδα καπιταλιστών, τη μια ή την άλλη ιμπεριαλιστική δύναμη. Στην ανάλυσή μας του περασμένου Νοέμβρη είχαμε αναδείξει το βασικό πλαίσιο: την αντίθεση ανάμεσα στο γαλλογερμανικό και τον αγγλοσαξονικό ιμπεριαλισμό, στο φως της ανόδου στο προσκήνιο του ρωσοκινεζικού άξονα. Πλευρά αυτής της αντίθεσης είναι το αν θα επωμισθεί το κύριο βάρος της υποτίμησης κεφαλαίου το τραπεζικό σύστημα, τα μεγάλα funds και οι χρηματοπιστωτικοί οίκοι (δηλαδή η αγγλοσαξονική πλευρά) ή θα κληθούν να πληρώσουν και τα ίδια τα κράτη του πυρήνα της ζώνης του Ευρώ (βασικά η Γερμανία και οι χώρες-δορυφόροι της, όπως η Φινλανδία, η Αυστρία κλπ.), μέσω της ακόμα μεγαλύτερης δέσμευσης εθνικών τους πόρων στο EFSF και στο ESM, την έκδοση του ευρωομολόγου κλπ. Πλευρά της αντίθεσης αυτής, επίσης, είναι το αν θα πληρωθούν ή όχι τα λεγόμενα CDS, τα οποία είναι βασικά στα χέρια των αγγλοσαξονικών χρηματοπιστωτικών οίκων, σε περίπτωση που η χώρα κηρύξει στάση πληρωμών. Και βέβαια, πλευρά της αντίθεσης – η πιο σημαντική ίσως – είναι ο «νομισματικός πόλεμος» για αν το δολάριο ή το ευρώ (ή το γουάν ή κάποιο άλλο νόμισμα) θα αποτελέσει το νέο, παγκόσμιο «αποθεματικό» νόμισμα.

Εξίσου ανοησία είναι και το «επιχείρημα» της «άλλης πλευράς», ότι η απειλή χρεοκοπίας της χώρας είναι (ή μπορεί να αξιοποιηθεί ως) «ισχυρό χαρτί» διαπραγμάτευσης με την Τρόικα: στην πραγματικότητα η αδυναμία εξυπηρέτησης του χρέους είναι αποτέλεσμα της κρίσης υπερσυσσώρευσης και όχι το αντίθετο. Μ’άλλα λόγια, αυτό που έδωσε τη δυνατότητα στις περιβόητες «αγορές» (δηλ. στους αγγλοσαξονικούς χρηματιστικούς κολοσσούς που λειτουργούν ως εμπροσθοφυλακές του αμερικάνικου και του βρετανικού ιμπεριαλισμού) να «επιτεθούν» στην Ισπανία, την Ιταλία, ακόμα και τη Γαλλία, είναι η κρίση στο πεδίο της «πραγματικής οικονομίας», η σχετικά συγχρονισμένη εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης κι όχι βεβαίως η «κρίση χρέους» (ή η χρεοκοπία) της Ελλάδας. Είτε χρεοκοπήσει, είτε όχι η χώρα μας, είναι βέβαιο ότι η κατάσταση στην ευρωζώνη θα μείνει εξαιρετικά ασταθής και οι όποιες συμφωνίες – στο βαθμό που κι αυτές προχωρήσουν αν δει κανείς π.χ. τι συνέβη με το «βέτο» της Βρετανίας και των δορυφόρων της στην αναθεώρηση των ιδρυτικών συνθηκών της ΕΕ – θα έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Αυτή καθαυτή η πορεία του ελληνικού χρέους πολύ λίγο επέδρασε (κι αυτό στις αρχές αυτής της διαδικασίας, στα τέλη π.χ. του 2009-αρχές 2010) στις εξελίξεις. Πως θα μπορούσε να είναι αλλιώς, όταν τα λίγο πάνω από 350 δις. € του ελληνικού χρέους δεν είναι παρά μια σταγόνα μπροστά στα τρις. € του χρέους της Γαλλίας ή της Ιταλίας;

Γι αυτό και η περίφημη «καθυστέρηση» της ΕΕ (δηλ. του γερμανογαλλικού «άξονα») να επεξεργαστεί «λύση» στο ελληνικό ζήτημα, είναι στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα της σκληρής σύγκρουσης για τη συνολική φόρμουλα αντιμετώπισης του προβλήματος της ευρωζώνης, από τη σκοπιά της σύγκρουσης των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και των διεθνών ενώσεων των καπιταλιστών. Στο περιεχόμενο της σύγκρουσης αναφερθήκαμε στο κείμενο του Νοέμβρη που προαναφέρθηκε. Οι εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος επιβεβαίωσαν τις βασικές εκτιμήσεις: πράγματι, από τη μια μεριά ένα ισχυρό τμήμα της γερμανικής αστικής τάξης με ερείσματα στις χώρες-δορυφόρους της Γερμανίας στην ΕΕ (Φινλανδία, Αυστρία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία κλπ.) πίεσε ασφυχτικά ακόμα και για την εκδίωξη της χώρας μας από το ευρώ και τη χρεοκοπία της, καθώς την ενδιαφέρει πρωτίστως το να μη θιγεί το ευρώ ως αποθεματικό νόμισμα ώστε να μπορέσει να το αξιοποιήσει στο ελκυστικό πεδίο των μεγάλων ασιατικών αγορών. Η κίνηση αυτή είναι μέρος ενός ευρύτερου σχεδιασμού για ανασύνθεση της ευρωζώνης, είτε σε λογική «σκληρού» και «μαλακού» ευρώ, είτε στη λογική της συρρίκνωσής της. Στην επιδίωξή της αυτή, όμως, ήρθε σε σύγκρουση με ένα άλλο ισχυρό τμήμα της αστικής τάξης στη Γερμανία και τη Γαλλία, που το συγκροτούν βασικά κεφάλαια του χρηματοπιστωτικού τομέα, τα οποία ενδιαφέρονται για την αποτροπή μιας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας του νότου, μιας και έτσι θα αναγκάζονταν να καταγράψουν σημαντικές απώλειες, τόσο λόγω «τοξικών» κρατικών ομολόγων της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας κλπ., όσο και λόγω της πληρωμής των CDS σα συνέπεια της εκδήλωσης αυτής της χρεοκοπίας (ας σημειωθεί εδώ ότι η παγκόσμια αγορά CDS ξεπερνούσε στα τέλη του 2011 τα 60 τρις. $ (!), όταν το παγκόσμιο ΑΕΠ δεν ξεπερνούσε τα 55 τρις. – μόνο τα CDS που είναι συναρτημένα με το ελληνικό κρατικό χρέος ξεπερνούσαν τα 8 δις. $ το 2009). Συγκρούστηκε επίσης με τα συμφέροντα ομίλων που δραστηριοποιούνται εξαγωγικά και επενδυτικά στις αγορές του μεσογειακού νότου, οι οποίοι ενδιαφέρονται για τη διατήρηση της ευρωζώνης ως έχει, προκειμένου να αποτραπεί μια ενδεχόμενη υποχώρηση της θέσης τους στον διεθνή συσχετισμό δύναμης με την απώλεια σημαντικών μεριδίων αγοράς.

Να σημειωθεί εδώ ο ρόλος «μπαλαντέρ» των μεγάλων αγγλοσαξονικών οίκων αξιολόγησης και hedge funds, οι οποίοι έχουν τοποθετήσει τεράστια κεφάλαια τόσο σε κρατικά χρεόγραφα (αγορασμένα στη δευτερογενή αγορά και σε ποσοστά από 20 ως 45% της ονομαστικής αξίας, όσο και σε CDS και «παίζουν» εκ του ασφαλούς σε όποια εκδοχή, είτε με «κούρεμα» στο 50%, είτε χωρίς «κούρεμα», είτε με χρεοκοπία και ενεργοποίηση των CDS – εξ ου και η αποχώρησή τους από τις διαπραγματεύσεις με την ελληνική κυβέρνηση για το PSI. Στο δεδομένο αυτό αποτυπώνεται η θέση ισχύος – οικονομικά κι όχι μόνο πολιτικοστρατιωτικά – του αμερικανο-βρετανικού ιμπεριαλισμού, έναντι του γερμανικού. Ας σημειωθεί και το εξής εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο: η μοναδική περίπτωση μη πληρωμής των CDS σε συνθήκες χρεοκοπίας, είναι η κήρυξη πολέμου. Το δεδομένο αυτό σε συνδυασμό με την πορεία των εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, αποτελεί πηγή τεράστιων κινδύνων για την ειρήνη και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.

Το μόνο σίγουρο, μετά από όλα τα παραπάνω, είναι ότι το «δίλημμα» της προπαγάνδας των «παιδιών του Παπαδήμου» ότι από εμάς εξαρτάται αν θα χρεοκοπήσουμε δίνοντας αφορμές σε όσους «μας θέλουν έξω από το ευρώ», καθώς και ότι το «μνημόνιο 2» ήταν μονόδρομος, αν δεν ήταν τόσο τραγικό για το λαό και τον τόπο, θα ήταν το πιο μεγάλο ανέκδοτο της τελευταίας δεκαετίας…

Τα δύο πρόσωπα του Ιανού

Στις μέρες που έρχονται, είναι φανερό ότι τα επιτελεία της αστικής τάξης βρίσκονται αντιμέτωπα με ένα πολύ φιλόδοξο στόχο: να διαχειριστούν την κατάσταση ρευστοποίησης και αστάθειας του αστικού πολιτικού σκηνικού, όπως και τη λαϊκή οργή και αγανάκτηση στην κατεύθυνση της διαμόρφωσης μιας σταθερής και βιώσιμης «επόμενης μέρας» για την αστική τάξη και την εξουσία της. Ο στόχος αυτός περνά μέσα, από τη μια από τον κατακερματισμό των πάλαι ποτέ δυο βασικών στυλοβατών του δικομματισμού και την ανασύσταση ενός νέου διπολισμού και, από την άλλη, από την ένταση της ιδεολογικής, εργοδοτικής και κρατικής τρομοκρατίας και καταστολής του εργατικού-λαϊκού παράγοντα.

Αξίζει κανείς να παρακολουθήσει ιδιαίτερα και να σημειώσει μια σειρά κρίσιμων εξελίξεων του τελευταίου διαστήματος:

1. Το κουρέλιασμα για ακόμα μια φορά των διατάξεων του «δημοκρατικού» μας συντάγματος μέσα από τις ρυθμίσεις του νέου μνημονίου για την ουσιαστική κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την εκχώρηση και νέων τομέων της εθνικής κυριαρχίας σε διακρατικές ιμπεριαλιστικές ενώσεις.

2. Την απροκάλυπτη, ωμή και τρομοκρατική παρέμβαση του ξένου παράγοντα, τόσο του γαλλο-γερμανικού όσο και του αγγλο-αμερικάνικου ιμπεριαλισμού η οποία, με πρόσχημα το νέο «πακέτο διάσωσης», διαμορφώνει όρους για μια ελεγχόμενη μετάβαση σε ένα νέο πολιτικό τοπίο, μέσα απ’τη δημιουργία ενός νέου αστικού συνασπισμού εξουσίας, στα χαρακτηριστικά του οποίου θα αποτυπώνονται οι νέοι συσχετισμοί ανάμεσα στις επιμέρους μερίδες της αστικής τάξης και των κυρίαρχων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που βρίσκονται πίσω τους.

3. Την για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση διάσπαση των κυρίαρχων αστικών κομμάτων με αφορμή την ψηφοφορία στη Βουλή για το «μνημόνιο 2», που οδήγησε σε διαγραφές συνολικά 45 βουλευτών από ΠΑΣΟΚ-ΝΔ και ΛΑΟΣ. Σημαντικό μέρος των διαγραμμένων προσανατολίζεται ήδη στη δημιουργία πολιτικών σχημάτων. Ήδη ανακοινώθηκε στο χώρο της «πατριωτικής δεξιάς» η ίδρυση των «Ανεξάρτητων Ελλήνων», από τον Π. Καμμένο και στελέχη της ΝΔ που διαφοροποιήθηκαν από την στροφή του Σαμαρά να ψηφίσει το «μνημόνιο 2» (Μανώλης, Ζώης, Μελάς, Σταμάτης κλπ.). Αντίστοιχη είναι η κινητικότητα στους διαγραμμένους του ΠΑΣΟΚ, με το ζευγάρι Κατσέλη-Καστανίδης να φαίνεται ότι επιχειρεί να διαμορφώσει έναν πολιτικό χώρο υποδοχής των παπανδρεικών στελεχών που αποχωρούν από το «βενιζελικό», «νέο» ΠΑΣΟΚ.

4. Τις «πρωτοβουλίες» αστών πολιτικών για αναβολή (στην ουσία ματαίωση) των εκλογών επειδή «το αποτέλεσμά τους δε βοηθά στην υλοποίηση των μέτρων» (Διαμαντοπούλου, πρωτοβουλία Νιώτη και άλλων βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, Καρατζαφέρης κλπ.), σε πλήρη ευθυγράμμιση με τις πιέσεις του ξένου παράγοντα.

5. Την ωμή κρατική και παρακρατική βία με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές της Κυριακής 12/2, σε συνδυασμό με το όργιο πληρωμένης «δημοσιογραφίας» που επακολούθησε, τόσο για να συσκοτιστεί η κυβερνητική προβοκάτσια, όσο και για να προπαγανδιστούν τα νέα μέτρα περιστολής των διαδηλώσεων.

6. Το χτύπημα από την αστυνομία της κινητοποίησης για τα 60χρονα του ΝΑΤΟ, σε μια στιγμή που τα τύμπανα του ιμπεριαλιστικού πολέμου χτυπούν όλο και δυνατότερα στην περιοχή μας και μεθοδεύεται – με τη συμμετοχή και τμημάτων της ελληνικής αστικής τάξης – η πιο ενεργή συμμετοχή της χώρας σε αυτόν.

Γίνεται φανερό, από όλα αυτά, ότι συντελείται μια «επικαιροποίηση» στα δυο παραδοσιακά «πρόσωπα» της αστικής τάξης. Από τη μια, στο επίπεδο της σχέσης της με τους ιμπεριαλιστές «συμμάχους» και «εταίρους», η αστική τάξη επιχειρεί να (ανα)διατάξει τις δυνάμεις της στην κατεύθυνση ενός «νέου διπολισμού». Φαινομενικά, ο διπολισμός αυτός επιχειρείται να συγκροτηθεί με αναφορά στο δίλημμα «ναι ή όχι στο μνημόνιο;» και, συνακόλουθα, στο ερώτημα «έμφαση στην ανάπτυξη ή στη δημοσιονομική εξυγίανση;». Βέβαια, το δίλημμα αυτό είναι υπαρκτό και αντανακλά βαθύτερες αντιθέσεις ανάμεσα στα τμήματα της αστικής τάξης. Ουσιαστικά, όμως, οι αντιθέσεις αυτές ανάγονται, τελικά, στις επιλογές των τμημάτων αυτών να συνδέσουν τα στρατηγικά τους συμφέροντα με εκείνα της μιας ή της άλλης ιμπεριαλιστικής δύναμης. Καταρχήν φαίνεται το «κόμμα του Παπαδήμου» («βενιζελικό» ΠΑΣΟΚ, «κεντροδεξιοί» της ΝΔ, το κόμμα της Μπακογιάννη κλπ.) να διαμορφώνεται ως πολιτική έκφραση του τμήματος που προκρίνει σαν κυρίαρχη επιλογή την πρόσδεση στο γερμανικό (ή, ευρύτερα, γαλλο-γερμανικό) «άξονα». Ο δεύτερος πόλος (στελέχη του «παπανδρεικού μπλοκ» που αποχωρούν από το ΠΑΣΟΚ, η «ομάδα Σαμαρά» στη ΝΔ) φαίνεται να εκφράζει τα τμήματα εκείνα που προκρίνουν ως κύρια επιλογή μια «νεοκευνσιανή» γραμμή τόνωσης της ζήτησης, καταρχήν στο έδαφος του ευρώ (δηλαδή με εσωτερική υποτίμηση εξ ου και η συμφωνία τελικά του Σαμαρά στο «μνημόνιο 2» αλλά με «αστερίσκους» για την ανάγκη να «πέσει ζεστό χρήμα στην αγορά» με έκδοση ευρωομόλογου, φτηνά επιτόκια από την ΕΚΤ κλπ.), επιλογή που φέρνει τα συμφέροντά τους αντικειμενικά να συνδέονται με εκείνα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, που επιδιώκει να διαμορφώσει νέα οικονομικά ερείσματα για να ενισχύσει την πολιτικοστρατιωτική του επιρροή στην ευρύτερη περιοχή. Ας σημειωθεί εδώ και η προσπάθεια να δρομολογηθούν και οι «πολιτικές εφεδρείες» του συστήματος, όπως π.χ. το κόμμα της ΔΗΜΑΡ και η πρωτοβουλία Καμμένου, αντίστοιχα οι οποίες δεν στήριξαν το μνημόνιο βεβαίως (αλλιώς τι σόι εφεδρείες θα ήταν), αλλά η μεν πρώτη δίνει όρκους πίστης στο ευρώ και στην ανάγκη πάση θυσία η χώρα να μείνει σε αυτό (λειτουργώντας ως χώρος υποδοχής ενός κόσμου του «εκσυγχρονιστικού-ευρωπαϊστικού» ρεύματος στο ΠΑΣΟΚ που δεν ασπάζεται στενά μονεταριστικές λογικές, προκειμένου αυτός να μην κερδηθεί από τον φιλοατλαντικό πόλο), η δε δεύτερη δίνει έμφαση στο «πατριωτικό χαρτί» και στη φιλολογία περί συνδυασμού του «ευρωπαϊκού προσανατολισμού» και των «εναλλακτικών διεθνών συμμαχιών», επιχειρώντας να αποτελέσει τον εκφραστή του (μικρού) τμήματος της αστικής τάξης που θα επιθυμούσε μια πιο διακριτή σχέση με τη Ρωσία και την Κίνα, χωρίς να αμφισβητεί τη βασική επιλογή της συμμετοχής στην ΕΕ και το ευρώ.

Από την άλλη, στο επίπεδο της στάσης απέναντι στον «εσωτερικό εχθρό», την εργατική τάξη και το λαό, ζούμε μέρες ενός άνευ προηγουμένου κοινωνικού «τσαμπουκά». Ζούμε ένα μπαράζ κατευθυνόμενης προπαγάνδας που, συγχρόνως, τρομοκρατεί ιδεολογικά, πολιτικά, εργασιακά. Ιδεολογικά, η αντίθεση στο μνημόνιο και το PSI παρουσιάζεται ως «εθνική ανευθυνότητα» σε βαθμό κακουργήματος. Ο Βενιζέλος, με ύφος και στυλ αρχιστρατοδίκη του μετεμφυλιακού κράτους, εξαπολύει μύδρους όχι μόνο προς το ΚΚΕ (το οποίο σχεδόν ανοιχτά απειλείται με παρανομία), αλλά ακόμα και προς αστούς και μικροαστούς πολιτικούς που «τολμούν» να ψελλίσουν κάτι ενάντια στην «εθνική γραμμή». Ούτε καν τα πάλαι ποτέ πρωτοπαλλήκαρα του ΠΑΣΟΚικού κυβερνητικού-εργοδοτικού συνδικαλισμού των ΔΕΚΟ δεν είναι πια «ανεκτά» στο νέο πλαίσιο: η φιλολογία περί των «συνδικαλιστών» που είναι, περίπου, η «αιτία δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλ…» στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, δίνει και παίρνει. Κάθε φωνή που επιχειρεί να ψελλίσει έστω και μιαν αποσπασματική και συντεχνιακή διαφοροποίηση από την «εθνική» γραμμή (όπως λ.χ. κάποιοι καθηγητές που διαφωνούν με την εφαρμογή του νόμου-πλαίσιου της φράου Διαμαντοπούλου – δε συζητάμε καν για τους φοιτητές του ΜΑΣ ή τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ στα ΑΕΙ-ΤΕΙ, γι αυτές υπάρχουν τα ΜΑΤ και οι εισαγγελείς), στηλιτεύεται χωρίς έλεος από τους διατεταγμένους ιεροεξεταστές τύπου Πορτοσάλτε, Καψή και σία. Το «δημοκρατικό» σύνταγμα έχει γίνει κουρελόχαρτο σε σημείο που ακόμα και τα αστικά δικαστήρια να μη μπορούν να συγκαλύψουν πλευρές του βιασμού (π.χ. με τις αποφάσεις για το χαράτσι της ΔΕΗ, ή με τη γνωμοδότηση της επιστημονικής επιτροπής της Βουλής που ήγειρε προβληματισμό ως προς τη συνταγματικότητα διατάξεων του «μνημονίου 2»). Μια δοτή κυβέρνηση, χωρίς ίχνος λαϊκής νομιμοποίησης, με τα κόμματα που τη στηρίζουν να δυσκολεύονται να περάσουν το 30% αθροιστικά στις δημοσκοπήσεις, προχωρά σε αποφάσεις που δημιουργούν τετελεσμένα για δεκαετίες. Και δεν είναι μόνο το μνημόνιο: τις μέρες αυτές ο χερ Παπαδήμος συναντιέται με τον Μάθιου Νίμιτς για να κλείσει και το θέμα της ονομασίας της FYROM, ώστε να άρει η Ελλάδα το βέτο και να μπει στο ΝΑΤΟ η χώρα-υποδοχέας της μεγαλύτερης στρατιωτικής βάσης των ΗΠΑ στα Βαλκάνια. Την ίδια περίοδο, το υπουργείο «Ανάπτυξης» προχωρά σε διαγωνισμό για παραχώρηση δικαιωμάτων σε ελληνικά υποθαλάσσια κοιτάσματα υδρογονανθράκων σε ξένα μονοπώλια. Αν αυτή η κυβέρνηση είναι «μεταβατική», τότε η κοινοβουλευτική χούντα τι ακριβώς είναι;;;

Στο προηγούμενο σημείωμά μας του Γενάρη του 2012 σημειώναμε πως ο κίνδυνος επώασης του «αυγού του φιδιού» βγαίνει κατευθείαν μέσα από τα σπλάχνα του συστήματος, είναι η προϊόν της κρίσης και της αποσύνθεσής του. Σήμερα, αυτή η επισήμανση έχει πια τα χαρακτηριστικά σαφούς εκτίμησης. Είναι αναμφισβήτητο, λοιπόν, από τις εξελίξεις αυτές αλλά και το σύνολο όλων όσων έχουν προηγηθεί στο πρόσφατο παρελθόν ότι μπαίνουμε σε μια περίοδο όπου ανακύπτουν εκ νέου ζητήματα δημοκρατίας και εθνικής κυριαρχίας, τα οποία διαπλέκονται αξεδιάλυτα με την όξυνση του κοινωνικού και ταξικού προβλήματος. Στα επόμενα άρθρα μας θα αναφερθούμε αναλυτικότερα στο ζήτημα αυτό, εδώ απλώς θέτουμε με μια φράση τη συμπύκνωση αυτής της δυναμικής: όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία της χώρας, η προοπτική επίλυσης των δημοκρατικών και εθνικο-ανεξαρτησιακών ζητημάτων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την επίλυση του κοινωνικού προβλήματος, της βασικής αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας. Η πάλη για δημοκρατία, εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία γίνεται ακόμα πιο καθαρά, οργανικό στοιχείο της πάλης για την κοινωνική απελευθέρωση και το σοσιαλισμό. Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό θα είναι διπλά ευάλωτος. Από τη μια, στον κίνδυνο της απόσπασης της πάλης του λαού για δημοκρατία και εθνική ανεξαρτησία από την επαναστατική στρατηγική, επαναφέροντας «από το παράθυρο» παλιές και χρεοκοπημένες αντιλήψεις περί «εθνικής αστικής τάξης» και της ανάγκης «πατριωτικής ενότητας», δηλαδή της υποταγής σε αυτήν του λαϊκού παράγοντα. Από την άλλη, στον κίνδυνο της αντιπαράθεσης του εθνικού στο ταξικό ζήτημα, στην άρνηση να τεθούν με επαναστατικό, λαϊκοδημοκρατικό τρόπο τα καθήκοντα αυτά, δηλαδή στην παραχώρησή τους ως προνομιακό πεδίο πολιτικής δράσης στην ακροδεξιά και στις φασίζουσες ή και ανοιχτά φασιστικές συνιστώσες της αστικής πολιτικής. Το υπάρχον πρόγραμμα του ΚΚΕ, οι αποφάσεις των συνεδρίων του και οι ιστορικές παραδόσεις του εργατικού, λαϊκού, επαναστατικού κινήματος στη χώρα μας είναι η καλύτερη εγγύηση ότι οι κίνδυνοι αυτοί θα αποφευχθούν.