Υπεραξία: "δίκαιη αμοιβή" ή καπιταλιστική εκμετάλλευση;
Γράφει ο σχολιαστής με το ψευδώνυμο "επώνυμος":
"Άν κάτι καταστροφικό έφερε ο σοσιαλισμός είναι η σάπια και αρπακτική νοοτροπία “γιατί να έχει πολλά χρήματα ο άλλος και να μην έχω εγώ”. Σκότωσε το ήθος των ανθρώπων, στην κυριολεξία.
Για να δικαιολογήσει την αρπακτικότητά του, ο σοσιαλισμός προσπάθησε να μας πείσει ότι όσοι έχουν πολλά χρήματα τα έχουν βγάλει με άδικο τρόπο. Επινόησε λοιπον τις διάφορες υπεργενικευμένες θεωρίες για την υπεραξία και όλα τα σχετικά. Το πιο σωστό πράγμα σε αυτό το thread, ειπώθηκε παραπάνω από τον Blimblomblim [σημείωση δική μου: πρόκειται για άλλο σχολιαστή στην ίδια συζήτηση] σε σχέση με την υπεραξία ως αντίτιμο της πρωτοβουλίας και του κινδύνου. Η κριτική κατά του καπιταλισμού των “ανωνύμων” (πραγματικά και όχι νομικά ανωνύμων) εταιριών, των εταιριών δηλαδή που δεν ανήκουν σε κάποιον συγκεκριμένα, αλλά αόριστα σε “μετόχους” που περιμένουν απλώς μεγιστοποίηση των κερδών τους, είναι σωστή. Αλλά, δεν είδα κανένα επιχείρημα εναντίον της ανάγκης ανταμοιβής της υπεραξίας σε επίπεδο ατομικής ή οικογενειακής – συνεταιρικής επιχειρηματικότητας. Και, για να μην βλέπω, υποθέτω ότι δεν υπάρχει κιόλας.
Το πρόβλημα συνεπώς δεν είναι η ελεύθερη οικονομία, αλλά η γιγάντωση και η ανωνυμοποίηση των οικονομικών μονάδων. Από την “εταιρία των ανατολικών Ινδιών” μέχρι την Κόκα-Κόλα, τη Citibank και την PriceWaterhouseCoopers, η ιδιότυπη παγκοσμιοποίηση των πολυεθνικών δίνει ένα ιδιότυπο άλλοθι στο μαρξισμό, ένα άλλοθι που στην πραγματικότητα δεν προϋπήρχε την εποχή του Μαρξ, τουλάχιστον όχι στο βαθμό που υπάρχει σήμερα. Είναι λάθος όμως να δικαιώνουμε το μαρξισμό μόνον επί τη βάσει της ανάπτυξης των πολυεθνικών, διότι ο μαρξισμός δεν είναι ένα σύστημα καταπολέμησης των πολυεθνικών, αλλά ένα σύστημα αντικατάστασης της ελεύθερης οικονομίας, με βασικό του συστατικό το γενικευμένο κοινωνικό φθόνο.
Το βασικό σφάλμα του μαρξισμού είναι ότι δεν έγιναν όλοι πλούσιοι με άδικο τρόπο. Ανάλογα με το πόσο ικανοποιητικά λειτουργεί η ελεύθερη οικονομία, πολλοί άνθρωποι γίνονται πλούσιοι με δίκαιο τρόπο και προσφέρουν και στους συμπολίτες τους. Είδα παραπάνω να επιχειρείται να δικαιωθεί η γενικευμένη σφαγή της αστικης τάξης. Δεν θα μιλήσω για τρόμο, θα ρωτήσω όμως τους εμπνευστές και τους υπερασπιστές παρόμοιων πράξεων, πώς είναι τόσο σίγουροι ότι δεν κάνουν λάθος. Αν κάποιοι βγάζουν περισσότερα χρήματα από κάποιους άλλους με ανέντιμο τρόπο, είναι αυτός λόγος για να τους σφάξουμε όλους όσους έχουν κάποια χρήματα; Επιτέλους, δείτε από πού φεύγετε και πού πηγαίνετε. Και, επιτέλους, μετανιώστε για ένα έγκλημα που έφερε ακόμη περισσότερη εξαθλίωση. Εξαθλίωση όχι μόνον οικονομική, αλλά κυρίως ηθική.
Άλλο έγκλημα του μαρξισμού ήταν ότι επιχείρησε να μας πείσει για την αποκλειστικότητα που έχει για την καταπολέμηση της καπιταλιστικής στρέβλωσης. Οι ίδιες οι αρχαίες κοινωνίες (αρχαία Ελλάδα, Ρώμη, Βυζάντιο, ανατολικοί πολιτισμοί) αποδεικνύουν ιστορικά ότι η ελεύθερη οικονομία είναι δυνατή χωρίς να υπάρξει παράλληλα ανάπτυξη του καπιταλισμού. Θα έλεγα ότι ακόμη και η ανάπτυξη βιομηχανίας είναι δυνατή, σε καθεστώς ελεύθερης οικονομίας, χωρίς την ανάπτυξη καπιταλισμού. Το παν είναι η εμπέδωση της ορθής ηθικής στη διαχείριση του πλούτου. Στην αρχαιότητα ο πλούτος θεωρούνταν εξευτελιστική και εκφυλιστική ενασχόληση. Αυτό συνεχίστηκε για πολλούς αιώνες και άρχισε να ανατρέπεται με την Αναγέννηση."
Μερικές φορές, η προσπάθεια των αστών να δικαιολογήσουν την ύπαρξη και την “ανωτερότητα” του συστήματός τους, είναι αρκετά διασκεδαστική. Ή μάλλον, θα ήταν αρκετά διασκεδαστική, αν το σύστημα αυτό δεν ήταν ο καθημερινός εφιάλτης δισεκατομμυρίων απόκληρων σ’αυτό τον πλανήτη, προς χάριν μιας χούφτας κηφήνων που νέμονται τον κοινωνικό πλούτο που η μεγάλη μάζα παράγει. Πάντως, δεν πειράζει, μου αρέσει να διαπιστώνω τη γύμνια των “επιχειρημάτων” τους. Πάμε λοιπόν να τα δούμε…
Ξεκινάω με το “σοβαρό” επιχείρημα περί της φύσης της υπεραξίας. Κάποιος διατύπωσε την άποψη ότι η υπεραξία είναι το αντίτιμο του ρίσκου και της δημιουργικότητας. Προτείνω στον κύριο αυτό να φάει σήμερα το μεσημέρι …ρίσκο καπαμά και την Κυριακή, κατά τις παραδόσεις του λαού μας …δημιουργικότητα στο φούρνο. Να το πούμε απλά. Καμμία φλυαρία περί “ρίσκου” του κεφαλαιοκράτη δε μπορεί να κρύψει την απλή αλήθεια: ο μόνος “παραγωγικός συντελεστής” (χρησιμοποιώ την ορολογία των νεοκλασσικών οικονομικών για να μιλήσω στη γλώσσα σας κύριοι φιλελεύθεροι) που υπάρχει είναι η ανθρώπινη εργασία. Το κεφάλαιο ουδέποτε υπήρξε παραγωγικός συντελεστής γιατί, χωρίς την εργασία, δεν είναι τίποτε άλλο από τσουβάλια με λεφτά σε κάποια σεντούκια (ή θησαυροφυλάκια στο πιο μοντέρνο). Αντιθέτως, η εργασία του ανθρώπου είναι η μοναδική προϋπόθεση που απαιτείται αντικειμενικά και εις τον αιώνα των αιώνων για τη συνειδητή επίδραση του ανθρώπου στη φύση προς επίτευξη των στόχων του. Ακόμα και τα εργαλεία παραγωγής που χρησιμοποιούνται σε μια οποιαδήποτε διαδικασία, έχουν αποτελέσει “προιόντα” προηγούμενων παραγωγικών κύκλων. Τελικά, δηλαδή, αναγόμαστε σε πρωτογενείς ύλες που υπάρχουν αντικειμενικά στη φύση και σε ανθρώπινη εργασία που, σταδιακά, “αντικειμενοποιείται” και ενσωματώνεται στα διάφορα αγαθά που παράγει ο κοινωνικός άνθρωπος. Η “επιχειρηματική ιδέα” και το “ρίσκο” που τόσο πολύ εκστασιάζεστε μπροστά τους, είναι αέρας κοπανιστός από τη σκοπιά της υλικής πραγματικότητας.
Ας το δούμε και από μιαν άλλη μεριά. Η “πονηριά” των απολογητών του καπιταλισμού, είναι ότι επιχειρούν να εμφανίσουν ως δεδομένο και αιώνιο το πλαίσιο της εμπορευματικής παραγωγής (δηλαδή της παραγωγής όχι για την απευθείας κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών), αλλά για την ανταλλαγή, για την πώληση στην αγορά. Υπό αυτή την προϋπόθεση, βεβαίως, που οδηγεί νομοτελειακά (αυτό θα το σχολιάσω εκτενώς στη συνέχεια, όταν ασχοληθώ με τις ασυναρτησίες του “επώνυμου”) στο καπιταλιστικό εμπόρευμα (που είναι ουσιωδώς διαφορετικό από το εμπόρευμα της αρχαίας Αθήνας, για παράδειγμα) και στο μονοπώλιο ακόμα παραπέρα, μοιάζει εύλογο το να μιλήσει κανείς για το ρίσκο, την ιδέα κλπ. Μόνο που αυτή η φαινομενολογική προσέγγιση, παίρνει ως δεδομένο αυτό που θα έπρεπε να αποδείξει. Αν ήταν έτσι όπως μας τα λένε οι φίλοι μας, θα έπρεπε να μας αποδείξουν ότι από την πρώτη στιγμή της εμφάνισης του ανθρώπου, μαζί του εμφανίστηκε και το εμπόριο, η ανταλλαγή, το χρήμα κλπ. Αλλά δεν το κάνουν αυτό κι έτσι προδίδονται. Να με συμπαθάτε, λοιπόν, κύριοι, αλλά το πραγματικό προιόν μιας παραγωγικής διαδικασίας υποτίθεται ότι έχει μια μόνη αξία, την αξία χρήσης του. Το ρούχο για να μας ντύνει, το ψωμί για να μας θρέφει, το αυτοκίνητο για να μας μεταφέρει. Ποιος σας είπε ότι είναι υπέρτατος νόμος του σύμπαντος, τα αγαθά να έχουν, εκτός από αξία χρήσης και αξία ανταλλαγής; Μιας και σας αρέσει η ιστορία (που ανάθεμα κι αν έχετε καθήσει να σκεφτείτε τα διδάγματά της) θα έπρεπε να είχατε παρατηρήσει ότι στις πρώιμες ανθρώπινες κοινωνίες (πρωτόγονο κοινοτικό σύστημα) η παραγωγή δε γινόταν με σκοπό την ανταλλαγή αλλά την απευθείας διανομή στα μέλη της κοινότητας για κάλυψη των αναγκών τους. Η έννοια της ανταλλαγής (που έφερε την έννοια της αξίας, του εμπορεύματος και εξελικτικά οδήγησε στην υπεραξία και στον καπιταλισμό αιώνες μετά) βασίστηκε στο γεγονός ότι η αριθμητική αύξηση του ανθρώπινου γένους ήταν δυσανάλογη με την τεχνική του δυνατότητα να ικανοποιήσει τις αυξανόμενες ανάγκες, γεγονός που οδήγησε στον τεχνικό και κατόπιν και στον κοινωνικό καταμερισμό εργασίας και στην ταξική διαίρεση της κοινωνίας. Σήμερα, όμως – ή μάλλον εδώ και έναν αιώνα περίπου – έχουμε φτάσει σε ένα σημείο της ανθρώπινης εξέλιξης που η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων του ανθρώπου αποδεδειγμένα επαρκεί για την πλήρη (και σταδιακά και ολόπλευρη) κάλυψη των αναγκών του σε πλανητική κλίμακα. Να μη θυμίσω τα λεχθέντα – όχι βεβαίως (μόνο) από κομμουνιστές – περί του πλούτου της γης που αρκεί για να εξαλειφθεί η πείνα και η φτώχεια κλπ. Για να είμαι, μάλιστα, ακριβέστερος θα πρέπει να πω ότι οι πραγματικές παραγωγικές δυνατότητες του ανθρώπου με βάση τη συσσωρρευμένη επιστημονική γνώση είναι πολύ περισσότερες από αυτές που παρατηρούνται στην πράξη, με αποτέλεσμα να “καθυστερεί” σχετικά η ανάπτυξη του παγκόσμιου πλούτου. Ο λόγος είναι γιατί το κεφάλαιο δεν επενδύει σε οποιαδήποτε νέα τεχνική, αλλά μόνο σε μια νέα τεχνική που μπορεί να του υποσχεθεί κέρδη. Πόσες και πόσες εφευρέσεις και καινοτομίες δεν έχουν “θάψει” τα μονοπώλια γιατί δε συμφέρει η εμφάνισή τους στην κερδοφορία τους;
Τι συμπέρασμα βγαίνει από όλα αυτά; Πρώτον, ότι η ύπαρξη εμπορεύματος και ανταλλακτικής αξίας (της οποίας η υπεραξία στον καπιταλισμό είναι το απλήρωτο μέρος) δεν είναι αιώνια και αναλλοίωτη σταθερά των ανθρώπινων κοινωνιών, αλλά αποτέλεσαν αντικειμενικό επακόλουθο της ανάγκης κάλυψης των αναγκών σε κάποια φάση της ανάπτυξης της ανθρωπότητας. Δεύτερον, ότι η ανθρωπότητα έφτασε, μέσα από διάφορες μορφές ταξικής και εμπορευματικής κοινωνίας (δουλοκτητική, φεουδαρχική, καπιταλιστική) σε μια κατάσταση που έχει πλέον (έστω και δυνητικά) την υλική δυνατότητα της κάλυψης των αναγκών του ανθρώπου ΧΩΡΙΣ να μεσολαβεί η έννοια της εμπορευματικής κυκλοφορίας. Επομένως, από ιστορική σκοπιά, η έννοια της αξίας (και της υπεραξίας) έπαψε εδώ και περίπου έναν αιώνα να είναι μια αναγκαία παράμετρος της ανάπτυξης. Να το πω απλά: αντιπροσωπεύετε τον κόσμο που σαπίζει, κύριοι. Τον κόσμο που έδωσε πια ό,τι είχε να δώσει και τώρα το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί είναι κρίση, φτώχεια και πολέμους. Γι αυτά θέλετε οι εργαζόμενοι να σας πουν και ευχαριστώ; Τρίτον, ότι η ανθρώπινη εργασία είναι η μόνη αληθινά παραγωγική δύναμη και γι αυτό είναι απολύτως πια νοητή μια κοινωνία ελεύθερων παραγωγών που ζουν από την εργασία τους (στο μέτρο των κλίσεων και των ικανοτήτων ενός εκάστου) σε συνθήκες επάρκειας αγαθών, δίκαιης διανομής του πλούτου ώστε να καλύπτονται πλήρως οι διευρυνόμενες ανάγκες τους, χωρίς ατομική ιδιοκτησία, ανταλλαγή, χρήμα, κεφάλαιο κλπ. Αυτά σε ότι αφορά τα φληναφήματα περί αμοιβής του ρίσκου και άλλες παρόμοιες τρίχες κατσαρές…
Τα "κακά μονοπώλια" και ο "υγιής καπιταλισμός"...
Πάμε τώρα στον “επώνυμο”. Ο φίλος μας αυτός, “πάτησε γερά” στο “στέρεο” έδαφος των απόψεων που σχολιάσαμε και μας σερβίρισε μια νέα σοφία: ότι, τάχα, δέν είναι η ελεύθερη οικονομία το πρόβλημα (δηλαδή ο καπιταλισμός να το πούμε ανοιχτά, μη ντρεπόμαστε), αλλά… η γιγάντωση των πολυεθνικών και ότι, ανάλογα με το πόσο ελεύθερα λειτουργεί ο ανταγωνισμός (δηλαδή πόσο περιορίζονται οι μονοπωλιακές πολυεθνικές “στρεβλώσεις”), θα εμφανίζονται αστοί που πλούτισαν τίμια και δεν εκμεταλλεύτηκαν κανένα. Τι όμορφα μας τα λέει ο “επώνυμος” φίλος μας! Μόνο που ψεύδεται ασύστολα. Κι αν του προηγούμενου οι απόψεις παρέμειναν σε ένα “θεωρητικό” επίπεδο οπότε διακαιούται, έστω, μιας επιείκειας λόγω επιστημονικής δεοντολογίας, εδώ πια οι μάσκες πέφτουν ολοκληρωτικά και η μικροαστική απολογητική ξεγυμνώνεται σε όλο της το μεγαλείο…
Ο καλός μας ο “επώνυμος” αναρωτιέται: “γιατί η κριτική μας στις ανώνυμες πολυεθνικές εταιρείες και τα μονοπώλια να παίρνει σβάρνα την ατομική, οικογενειακή ή συνεταιρική επιχείρηση”; Και απαντά αυτάρεσκα: “δεν είδα κανένα επιχείρημα γι αυτό – άρα υποθέτω ότι δεν υπάρχει”! Να ανοίξετε καλύτερα τα μάτια σας κύριε, αντί να κομπάζετε σα φουσκωμένος διάνος. Τότε θα δείτε όχι ένα ή δυο, αλλά πλήθος επιχειρημάτων. Ιδού μερικά…
Στο επίπεδο της βασικής παραγωγικής σχέσης, δεν υπάρχει καμία διαφορά είτε μιλάμε για μια οικογενειακή επιχείρηση με 5 εργαζόμενους, είτε μιλάμε για την “Coca-Cola” των εκατοντάδων χιλιάδων εργατών παγκοσμίως. Και στις δυο περιπτώσεις, ένα κεφάλαιο (μεγάλο ή μικρό δεν έχει σημασία) εκμεταλλεύεται ζωντανή εργασία (λίγη ή πολλή, επίσης είναι αδιάφορο) για να ιδιοποιηθεί υπεραξία, την οποία με την πώληση των αγαθών που παράγονται μετατρέπει σε κέρδος (που είναι η χρηματική μορφή της υπεραξίας). Αυτή τη διάκριση ανάμεσα σε υπεραξία και κέρδος κρατήστε τη, θα τη βρούμε ξανά παρακάτω, όταν θα μιλήσουμε για την κρίση. Προς το παρόν, ας επιστρέψουμε στον “επώνυμο”. Ο φίλος μας χρειάζεται τα ιδεολογήματα περί ρίσκου κλπ. ακριβώς για να “νομιμοποιήσει” αυτό που συνδέει αναπόσπαστα την οικογενειακή-συνεταιριστική του επιχείρηση με το μεγάλο μονοπώλιο τύπου “Coca-Cola”: βρε αδελφέ, δεν είναι κακό γενικά το να βγάζεις κέρδος! Και τότε, αγαπητέ, τι κακό κάνει η Coca-Cola; Γιατί γκρινιάζεις; Κέρδος δε βγάζει κι αυτή; Δηλαδή, το πρόβλημά σου είναι ότι το μονοπώλιο έχει μετόχους που επένδυσαν αλλά δεν εργάζονται οι ίδιοι, ενώ στην οικογενειακή επιχείρηση ο επιχειρηματίας κερδίζει έχοντας βάλει και δική του προσωπική δουλειά; Και τότε, προς τι οι ύμνοι στο “ρίσκο”; Οι μέτοχοι που έβαλαν τα ωραία τους κεφάλαια και “ρίσκαραν” να επενδύσουν στην κάθε “Coca-Cola”, δε “δικαιούνται” σύμφωνα με τη θεωρία σας να “περιμένουν τη μεγιστοποίηση των κερδών τους”; Γιατί η οικογενειακή σας επιχείρηση είναι “έντιμο” να επιδιώκει αυτή τη μεγιστοποίηση και το μονοπώλιο δεν είναι; Κλαψουρίζετε, αγαπητέ, δεν επιχειρηματολογείτε…
Εκείνο που υπονοεί ο “επώνυμος” – αλλά έχει τόση θολούρα και αυταπάτη στο κεφάλι του που δεν τολμά καν να το πει – είναι ότι η κάθε Κόκα-Κόλα αποσπά “ανέντιμα” κέρδη γιατί αποσπά κέρδη που δεν της ανήκουν, υπεραξία που δεν παρήχθη μόνο στα δικά της εργοστάσια. Αν έλεγε αυτό το πράγμα, θα είχε – σ’αυτό το θέμα ειδικά – δίκιο. Αντ’αυτού λέει ότι η μεγάλη επιχείρηση “καταργεί” τον “υγιή ανταγωνισμό της ελεύθερης οικονομίας”, όπου “όποιος είναι άξιος πλουτίζει τίμια”. Λίγο ακόμα και θα βάλουμε κι εμείς τα κλάματα…
Πράγματι, το μονοπωλιακό κέρδος είναι διαφορετικό από το απλό κέρδος, κατά το ότι είναι πολύ μεγαλύτερο από το μέσο ποσοστό κέρδους του κλάδου του. Γιατί αυτό; Διότι η ισχυρή μονοπωλιακή θέση μιας επιχείρησης στην αγορά της δίνει τη δυνατότητα να “πνίξει” τον ανταγωνισμό με μια πληθώρα “όπλων”: από την εκτεταμένη εισαγωγή νέων τεχνικών που μειώνουν στο ελάχιστο το οριακό κόστος σε σχέση με μια μικρή επιχείρηση, μέχρι πρακτικές dumping (δηλαδή πώλησης συστηματικά για μια περίοδο σε τιμές κόστους ή και κάτω από αυτό για να “τελειώσουν” τους μικρούς ανταγωνιστές). Στη συνέχεια, αφού μονοπωληθεί η αγορά και κλείσουν ή εξαγοραστούν οι μικρές "οικογενειακές" επιχειρήσεις, εγκαθίσταται καρτέλ ανάμεσα στα μονοπώλια που την ελέγχουν και ορίζονται μονοπωλιακές τιμές, πολύ πάνω από αυτές που θα προέκυπταν από το νόμο της αξίας σε έναν μη μονοπωλημένο κλάδο. Έτσι, το μονοπωλιακό υπερκέρδος είναι κέρδος που προκύπτει από την πώληση των προιόντων σε τιμές πολύ πάνω από την πραγματική αξία τους, κατόπιν συμφωνίας των επιχειρήσεων του καρτέλ. Και βέβαια, το επιπλέον αυτό κέρδος το "φορτώνεται" στις πλάτες της η λαϊκή κατανάλωση - ας θυμηθούμε την πρόσφατη φιλολογία για το "καρτέλ του γάλακτος" και τις υψηλές τιμές των γαλακτοκομικών προϊόντων...
Το κλαψούρισμα του “επώνυμου” ξεκινά από τη στιγμή που δε θέλει να καταλάβει ότι αυτή η διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου σε όλο και λιγότερα χέρια είναι απόλυτος νόμος του καπιταλισμού και όχι μια “στρέβλωση” των κανόνων του. Η διαδικασία εμφάνισης μονοπωλίων, δυστυχισμένε “επώνυμε”, ξεκίνησε ούτε λίγο-ούτε πολύ το 1880 και είχε ήδη διαμορφωθεί οριστικά μέχρι τα 1910. Βεβαίως, τότε μιλούσαμε κυρίως για εθνικά μονοπώλια, τόσο βιομηχανικά, όσο και τραπεζικά. Ήδη από τότε ακόμα είχε προχωρήσει η σύμφυση του βιομηχανικού με το τραπεζικό κεφάλαιο και είχε διαμορφωθεί το προιόν της σύμφυσης αυτής, το χρηματιστικό κεφάλαιο, οι ραντιέρηδες-μέτοχοι που “κάθονται στην πολυθρόνα του γραφείου τους και περιμένουν τη μεγιστοποίηση των κερδών τους”. Τις επόμενες δεκαετίες προχώρησε ακόμα περισσότερο η διαδικασία αυτή και προέκυψαν τα πολυεθνικά μονοπώλια και οι πολυκλαδικοί όμιλοι που εκφράζουν σε διεθνές επίπεδο την ίδια διαδικασία.
Άδικα, λοιπόν, ο “επώνυμος” ξοδεύει τα δάκρυά του για τη σημερινή, τάχα, γιγάντωση των πολυεθνικών. Ακόμα πιο άδικα ξοδεύει τις προσευχές του για την επιστροφή του καπιταλισμού στην “υγιή”, “προμονοπωλιακή” του μορφή. Του αρέσει – δεν του αρέσει, τα εθνικά και πολυεθνικά μονοπώλια είναι αντικειμενικό επακόλουθο της δράσης των νόμων της καπιταλιστικής οικονομίας. Όσο και αν πασχίζει να αγιοποιήσει τον ανταγωνισμό ο “επώνυμος”, δε μπορεί να κρύψει την πικρή αλήθεια ότι το μονοπώλιο είναι παιδί του ανταγωνισμού. Και μάλιστα, όχι πατροκτόνο τέκνο. Το μονοπώλιο δεν “καταργεί” τον ανταγωνισμό, όπως αφελώς(;) πιστεύουν οι διάφοροι μικροαστοί κλαψιάρηδες, τύπου “επωνύμου”. Αντίθετα, τον οξύνει σε απίστευτο βαθμό. Μπροστά στον ανταγωνισμό των πολυεθνικών ομίλων για αγορές πώλησης και πρώτων υλών, για σφαίρες επιρροής και κράτη-μπανανίες, ο ανταγωνισμός του 19ου αιώνα μοιάζει με …ειρηνική, ειδυλλιακή συνύπαρξη. Μόνο που το ποτάμι δε γυρίζει πίσω, κύριοι. Δεν υπάρχει πλέον κανένας τρόπος στο έδαφος του καπιταλισμού να επιστρέψουμε σε μιαν κατάσταση πολλών, λίγο-πολύ ισότιμων καπιταλιστών που δρουν στον κλάδο τους, ανταγωνιζόμενοι και διεκδικώντας “έντιμα” το μερίδιο της αγοράς που τους αναλογεί. Το πολύ-πολύ, τέτοια φαινόμενα να βλέπουμε πρόσκαιρα, όταν κάποιος κλάδος πρωτοεμφανίζεται σε μια εθνική οικονομία, όπως π.χ. στη χώρα μας με τον κλάδο της πληροφορικής στο πρώτο μισό της δεκαετίας του 1990 ή στις κατασκευές την 30ετία 1960-1990. Αργά ή γρήγορα η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση θα οδηγήσει στη δημιουργία ενός μικρού αριθμού εταιρειών που ελέγχουν τον κλάδο και σε μια στεφάνη μικρών που τσαλαβουτάνε στα απόνερα, πασχίζοντας να κρατηθούν. Κάποιες, το καταφέρνουν “προσαρτώμενες” στις μεγάλες (είτε απευθείας, είτε διαμέσου υπεργολαβικών συμβάσεων), αλλά οι περισσότερες είναι καταδικασμένες σε βάθος χρόνου να εξαφανιστούν.
Αλήθεια, σας προκαλώ: Πείτε μου ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΛΑΔΟ ΣΕ ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΜΙΑ ΧΩΡΑ που δεν ακολουθήθηκε η ίδια αυτή διαδικασία. Θα μπορούσα να αραδιάζω για μέρες στοιχεία για το πως και το γιατί, αλλά νομίζω το νόημα είναι σαφές. Σκούπισε, λοιπόν, επώνυμε τα δάκρυά σου και κοίτα να βρεις πως θα σώσεις τη μικρή σου “οικογενειακή επιχείρηση” γιατί πρωτίστως δεν κινδυνεύει από τους κομμουνιστές, όπως βλακωδώς πιστεύεις. Πολύ πριν από τη σοσιαλιστική επανάσταση, θα στην έχουν κλείσει τα μονοπώλια ή θα έχεις γίνει εσύ ο ίδιος μονοπώλιο (αν έχεις την “ιδέα” και τα κεφάλαια να μπεις σε κανέναν “παρθένο” σχετικά κλάδο) εξοντώνοντας άλλες “οικογενειακές” επιχειρήσεις, οπότε μη γκρινιάξεις που θα σου την εθνικοποιήσουμε, έτσι; Στο κάτω-κάτω κι εσύ κατά των μονοπωλίων λες ότι είσαι…
Είναι ταξικοί εχθροί της εργατικής τάξης τα μεσαία στρώματα;
Κάτι ανέκδοτα, τώρα, περί “ιδεολογίας του φθόνου απέναντι σε όποιον πλούτισε τίμια”, “ελεύθερης οικονομίας και βιομηχανίας σε συνθήκες μη καπιταλιστικές” (αρχαίας ελλάδας, βυζαντίου κλπ.) και αδικαιολόγητης γενικευμένης σφαγής της αστικής τάξης τα αφήνω προς τέρψιν του αναγνωστικού κοινού του blog. Απλώς εδώ διευκρινίζω ότι δε μας ενδιαφέρει αν είστε καλοί χριστιανοί, κύριοι επώνυμοι. Η “νόμιμη εκμετάλλευση” που λέγεται καπιταλισμός μας ενδιαφέρει. Από τη στιγμή που κι εσείς ως “οικογενειακή-συνεταιριστική” επιχείρηση εκμεταλλεύεστε εργάτες, συγκαταλέγεστε στους δυνάμει έστω ταξικούς μας εχθούς. Βεβαίως, να κάνω δυο διευκρινίσεις: πρώτον, εξαιρώ τους αυταπασχολούμενους και πολύ μικρούς εργοδότες (ας πούμε με 1-3 εργαζόμενους) και τις αντίστοιχες κατηγορίες μικροαγροτών και δεύτερον, όταν μιλάμε για εξόντωση της αστικής τάξης δεν αναφερόμαστε κατανάγκην στη φυσική εξόντωση, αλλά στην εξάλειψή της ως τάξης. Από εκεί και πέρα, η τύχη του καθενός είναι συνάρτηση της ατομικής του στάσης. Εμείς λέμε την αλήθεια προς επήκοον όλων: η εργατική εξουσία θα δώσει σε όλους το δικαίωμα στη δουλειά (ακόμα και σ’αυτούς που ήταν πρώην αστοί) και στην συμμετοχή στη διανομή του κοινωνικού πλούτου, υπό τον όρο της συμμετοχής στην κοινή εργασία όλων, ανάλογα με τις δυνατότητες και τα ενδιαφέροντα. Απότην άλλη, όμως, θα ασκήσει αμείλικτη επαναστατική βία ενάντια σε όποιον της αντισταθεί. Αγαπητέ μου επώνυμε, διαλέγετε και παίρνετε...
Να εξηγήσω γιατί εξαιρώ τους αυταπασχολούμενους και τους πολύ μικρούς εργοδότες. Πρώτον, γιατί στη συντριπτική τους πλειοψηφία θα έχουν αφανιστεί ήδη από τα μονοπώλια (περιέγραψα παραπάνω το πως). Δεύτερον, γιατί ειδικά οι αυταπασχολούμενοι δεν εκμεταλλεύονται ξένη εργατική δύναμη, άρα ζουν από την εργασία τους με όχι πολύ καλύτερες συνθήκες από τους εργάτες (σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα και με χειρότερες). Και τρίτον, γιατί δεν είναι στις προτεραιότητές μας η άμεση κοινωνικοποίηση του συνόλου της παραγωγής, την επομένη κιόλας της επανάστασης. Μας αρκεί η κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, ήδη αυτό θα σημαίνει ότι το συντριπτικό μέρος της οικονομίας θα έχει περάσει σε κοινωνική ιδιοκτησία. Για τους υπόλοιπους θα υπάρξει μια περίοδος σταδιακής ενσωμάτωσης στο νέο οικονομικό σύστημα του σοσιαλισμού, με οικονομικά κίνητρα για συνεταιριστικοποίηση (σε μη καπιταλιστική βάση, όπως τα κολχόζ) και περιορισμένη δυνατότητα εμπορικών ανταλλαγών αποκλειστικά στο εσωτερικό της χώρας, μέχρις ότου οι συνθήκες οικονομικά και πολιτικά ωριμάσουν για την πλήρη κοινωνικοποίηση. Αυτή η διαδικασία δεν είναι διόλου απαραίτητο να γίνει βίαια, μπορεί και πρέπει να εξαντληθούν όλα τα περιθώρια οικειοθελούς συμμετοχής, υπό το κράτος των συντριπτικών πλεονεκτημάτων που θα τους προσφέρει το κολλεκτιβίστικο σύστημα, έναντι της ατομικής επιχείρησης. Να το πω απλά: εμείς τείνουμε το χέρι σ’αυτή την κατηγορία των φτωχότερων μεσαίων στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου, όχι σαν επιχειρηματίες, αλλά σαν ανθρώπους. Η λαϊκή, σοσιαλιστική οικονομία τους εγγυάται την ατομική και οικογενειακή τους μακροημέρευση και ανάπτυξη, σαν εργαζόμενοι που προσφέρουν κι αυτοί στο κοινό καλό, τη στιγμή που ο καπιταλισμός τους καταδικάζει σε συνεχές άγχος, φορολογικό και ασφαλιστικό ξεζούμισμα, υπερχρέωση στις τράπεζες, γλύψιμο στους πολιτικάντηδες για να παίρνουν ένα ξεροκόμματο από την πίτα. Ακόμα και την ατομική τους επιχείρηση (όχι με μισθωτούς εργάτες) μπορεί να τους αφήσει να ασκήσουν, για ένα χρονικό διάστημα που μπορεί να είναι και κάμποσες δεκαετίες, ανάλογα με τον κλάδο και το γενικότερο συσχετισμό, εξασφαλίζοντάς τους συγκεκριμένο αντικείμενο και σίγουρη δουλειά στα πλαίσια του πανεθνικού πλάνου της σχεδιασμένης οικονομίας. Γιατί, λοιπόν, αυτοί να επιλέξουν να σταθούν ενάντια στους εργάτες και υπέρ των μεγαλοκαπιταλιστών πλουτοκρατών; Με κριτήριο το συμφέρον τους, έχουν κάθε λόγο να αγωνιστούν μαζί μας, την ώρα της μάχης…
Είναι "ρίσκο" η διανοητική εργασία;
Ο σχολιαστής με το ψευδώνυμο alone, έγραψε:
"Η εργασία μπορεί να θεωρηθεί “αποκλειστικός αποδεκτός συντελεστής παραγωγής”, αν στον όρο εργασία περιλάβεις κάθε μορφή ανθρώπινης δημιουργίας που παράγει άμεσα ή έμμεσα κοινωνικό προιόν. Άρα, εργασία είναι οι επινοήσεις, ανακαλύψεις της επιστημονικής σκέψης με άμεσα, εφαρμοσμένα ή έμμεσα, μακροπρόθεσμα αποτελέσματα ή η καλλιτεχνική παραγωγή. Το πρόβλημα βρίσκεται στην αξιολόγηση της άυλης αυτής μορφής εργασίας ή δημιουργίας και άρα και στην αμοιβή της.
Τέθηκε το ερώτημα κατά πόσο είναι παραγωγική η εργασία που παράγει άυλες αξίες χρήσης (νέες επιστημονικές θεωρίες, ιδέες για καινούργιες μεθόδους παραγωγής, νέα υλικά προιόντα/υπηρεσίες κλπ.). Από την άποψη της αξίας χρήσης, ασφαλώς και είναι διότι ικανοποιεί κάποια/κάποιες κοινωνική/ές ανάγκη/ες. Όμως το θέμα μας δεν είναι αυτό. Να το πω με ένα παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι σε μια περιοχή που έχει πλούσια κτηνοτροφία έχει κάποιος “την ιδέα” να φτιάξει ένα εργοστάσιο παραγωγής δερμάτινων ρούχων. Από “την ιδέα” ως το εργοστάσιο, μεσολαβεί άβυσσος. Η γέφυρα που ενώνει τα χείλη της αβύσσου είναι το κεφάλαιο (με την έννοια της αξίας για την αγορά/κατασκευή των παγίων στοιχείων, τη μίσθωση εργατικής δύναμης, τη δημιουργία δικτύου διανομής κλπ.). Πρώτο ζήτημα: χωρίς το κεφάλαιο, η “ιδέα” είναι αέρας κοπανιστός. Οι διάφοροι που λένε “η υπεραξία είναι η αμοιβή του ρίσκου και της ιδέας”, εννοούν στην πραγματικότητα “είναι η αμοιβή του κεφαλαίου” – παλιότερα, σε καιρούς “δόξας” του νεοφιλελευθερισμού το έλεγαν ακριβώς έτσι (θυμάμαι τα βιβλία πολιτικής οικονομίας στο πανεπιστήμιο), σήμερα πια έχουν “καμουφλαριστεί” γιατί ο κόσμος έχει μάτια και βλέπει. Δεύτερο ζήτημα: το ίδιο το κεφάλαιο δεν είναι τίποτε άλλο από εργασία που έχει “ενσωματωθεί” σε εμπορεύματα (και το χρήμα είναι επίσης εμπόρευμα όπως διδάσκει ακόμα και η κλασσική αστική οικονομική επιστήμη). Τρίτο ζήτημα: αν δε δαπανηθεί “ζωντανή” (μισθωτή) εργασία, δεν υπάρχει παραγωγή. Τα εργαλεία, οι πρώτες ύλες και οι μηχανές δεν παράγουν από μόνα τους. Γενικό συμπέρασμα: η υπεραξία, δηλαδή το απλήρωτο μέρος της αξίας που παράγει η ζωντανή εργασία στον κύκλο περιστροφής του κεφαλαίου, δεν είναι καμία “δίκαιη” αμοιβή καμίας “ιδέας” και κανενός “κεφαλαίου” ως τέτοιου. Είναι, απλούστατα, ΚΛΟΠΗ, ΥΠΕΞΑΙΡΕΣΗ, ΠΑΡΑΣΙΤΙΣΜΟΣ και ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ από πλευράς του κεφαλαιοκράτη σε βάρος του εργάτη. Το μέγεθος αυτής της κλοπής δεν καθορίζεται από κανένα “φυσικό δίκαιο”. Καθορίζεται, αφενός από την τιμή της εργατικής δύναμης (το ύψος του μισθού) που αντανακλά την αξία των μέσων αναπαραγωγής της (τροφή, κατοικία, ένδυση, ειδίκευση κλπ.), τη σχέση προσφοράς και ζήτησής της (το ύψος της ανεργίας) και το συσχετισμό της ταξικής πάλης (πόσο μπορεί το εργατικό κίνημα να επιβάλλει σχετικά καλύτερους όρους πώλησης της εργατικής δύναμης) και, αφετέρου, από την παραγωγικότητα της ανθρώπινης εργασίας που καθορίζεται με τη σειρά της από την τεχνική βάση της παραγωγής και τον εργάσιμο χρόνο. Δεν υπάρχει τίποτε το “φυσικό” και το “ηθικό” σ’αυτή τη διαδικασία.
Αναρωτιέται ο φίλος alone γιατί η καινοτόμος έρευνα ενός επιστήμονα αμοίβεται λιγότερο. Καταρχάς, στα πλαίσια του καπιταλισμού η βασική έρευνα που διεξάγετα εκτός παραγωγής (στα πανεπιστήμια π.χ.), δεν είναι καν εμπόρευμα, διότι δεν “παράγεται” με σκοπό την ανταλλαγή. Η αμοιβή της (π.χ. ο μισθός του μόνιμου ερευνητή στο “ΕΚΕΦΕ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ” ή η υποτροφία του υποψήφιου διδάκτορα) είναι από άποψη πολιτικής οικονομίας υπηρεσία (τριτογενής τομέας) και όχι παραγωγική εργασία. Δεύτερον, η έρευνα στα ίδια τα καπιταλιστικά εργοστάσια (R&D) από επιστήμονες-υπαλλήλους του καπιταλιστή εργοδότη, δε διαφέρει από οποιαδήποτε άλλη εργασία των υπόλοιπων εργαζόμενων στο εργοστάσιο. Εδώ, ο καπιταλιστής δεν αγοράζει το προιόν της διανοητικής εργασίας του επιστήμονα, αλλά την εργατική του δύναμη, την ικανότητά του δηλαδή να “παράγει” καινοτομίες – ακριβώς όπως δεν αγοράζει το παπούτσι από τον εργάτη-τσαγγάρη, αλλά την ικανότητά του να φτιάχνει παπούτσια. Συνεπώς, ο μισθός του υπάλληλου επιστήμονα καθορίζεται, όπως και ο μισθός κάθε άλλου εργαζόμενου από την αξία της εργατικής του δύναμης. Τέλος, στην περίπτωση που ο επιστήμονας παρέχει υπηρεσίες “επιστημονικού συμβούλου” ως ελεύθερος επαγγελματίας, οπότε αυτό που “αγοράζει” απ’αυτόν ο καπιταλιστής είναι απευθείας η τεχνολογική “καινοτομία” που προτείνει, η τεχνολογική “λύση” κλπ., η αξία του ιδιότυπου αυτού “άυλου” εμπορεύματος καθορίζεται – όπως και κάθε άλλο εμπόρευμα – από το νόμο της αξίας, δηλ. το μέσο κοινωνικά αναγκαίο χρόνο παραγωγής του. Παλιότερα, για να μελετηθεί-σχεδιαστεί μια βιομηχανική εγκατάσταση απατείτο πολύ μεγαλύτερος χρόνος απ’όσο σήμερα με τον όγκο γνώσης που έχει συσσωρρευτεί και τα σύγχρονα εργαλεία (Η/Υ, διαδίκτυο κλπ.) επεξεργασίας της. Αυτό εξηγεί και το ερώτημά σου, γιατί αμοίβεται λιγότερο σήμερα η επιστημονική καινοτομία σε σχέση με το παρελθόν. Σήμερα, ο όγκος των γνώσεων του ανθρώπου διπλασιάζεται ανά 5ετία ή και λιγότερο, παλιότερα μια επιστημονική ανακάλυψη ή μια πρακτική βελτίωση μπορούσε να απαιτήσει δεκαετίες. Όπως βλέπουμε, σε αυτή τη διαδικασία δεν υπάρχει τίποτε το μεταφυσικό, το εξωτικό. Λειτουργούν κανονικότατα οι νόμοι της πολιτικής οικονομίας.